10 χρόνια οικονομικής και κοινωνικής παρακμής

<strong>10 χρόνια οικονομικής και κοινωνικής παρακμής</strong>

Εάν δεν έρθει η συμφωνία την Τετάρτη, θα παρέμβουν οι δυνάμεις της αστικής τάξης, θα απαντήσουμε πολύ διαφορετικά “οι πολίτες της δημιουργίας”.

Βαγγέλης Μεϊμαράκης, μεταβατικός πρόεδρος της ΝΔ, 7 Ιουλίου 2015 (δύο μέρες μετά το Δημοψήφισμα και τη συντριπτική νίκη του ΟΧΙ)

 

Δεν το ισχυριζόμαστε εμείς, το τεκμηριώνουν τα επίσημα στατιστικά στοιχεία: στη 10ετία 2012-2021 η Ελλάδα παρακμάζει διαρκώς, οικονομικά και κοινωνικά. Το απόθεμα παγίου κεφαλαίου (ο πιο ασφαλής δείκτης της παραγωγικής δυναμικότητας μιας χώρας) μειώνεται διαρκώς, ο συνολικός αριθμός εργαζομένων μειώνεται διαρκώς, η παραγωγικότητα είναι πολύ κάτω από τα επίπεδα του 2012, ο ονομαστικός κατώτατος μισθός και το όριο της φτώχειας είναι επίσης κάτω από τα επίπεδα του 2012, το μερίδιο της εργασίας στο προϊόν μειώνεται διαρκώς στα χαμηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα, ο πληθυσμός στη διάρκεια της 10ετίας μειώθηκε κατά σχεδόν μισό εκατομμύριο κατοίκους, η Ελλάδα περιλαμβάνεται στην ομάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τους υψηλότερους δείκτες κοινωνικής δυστυχίας. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι στους περισσότερους από αυτούς τους δείκτες η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ με αρνητικές επιδόσεις σε σχέση με το 2012 – μια αρνητική ευρωπαϊκή εξαίρεση! 

Η κατά τον Μεϊμαράκη αστική τάξη, που την ταύτιζε με τους «πολίτες της δημιουργίας», επέβαλε μαζί με τους δανειστές στον ΣΥΡΙΖΑ (ο οποίος το προσυπέγραψε και υλοποίησε στο όνομα της ΤΙΝΑ: There Is No Alteranative – Δεν υπάρχει εναλλακτική) το 3ο μνημόνιο τον Ιούλιο του 2015 και επομένως αποκατέστησε ξανά -και πλήρως- το διευθυντικό της δικαίωμα στην κοινωνία (αυτό που άσκησε ενάντια στη θέληση της κοινωνικής πλειονότητας με το πρώτο και δεύτερο μνημόνιο), ύστερα από την πρόσκαιρη «αρρυθμία» της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Έχοντας αυτή την ευθύνη, βαρύνεται με μια θεαματική ιστορική αποτυχία. Όπως τεκμηριώνουν τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, υπό την αδιαφιλονίκητη ηγεσία της, η Ελλάδα παρακμάζει. Και ιδού τα τεκμήρια αυτής της παρακμής. 

Α. Παραγωγική παρακμή

Παρακμή του παραγωγικού δυναμικού

1. Η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου το συνολικό πάγιο κεφάλαιο μειώνεται διαρκώς! 

Το Απόθεμα Παγίου Κεφαλαίου (Net Capital Stock στις επίσημες στατιστικές) είναι το δημιουργημένο συνολικό πάγιο κεφάλαιο που δεν απαξιώθηκε ή καταστράφηκε και εξακολουθεί να λειτουργεί παραγωγικά˙ είναι ο θεμελιώδης δείκτης για τον παραγωγικό δυναμισμό μιας χώρας. Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της στατιστικής βάσης δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (AMECO macroeconomic data bases) αποτυπώνονται στον πίνακα:

Απόθεμα παγίου κεφαλαίου (σε δισ. ευρώ)

Έτος

Απόθεμα
παγίου
κεφαλαίου

2012

759,8

2013

747,8

2014

736,4

2015

726,0

2016

716,6

2017

709,5

2018

702,0

2019

694,4

2020

687,3

2021

684,3

Όσον αφορά αυτόν τον δείκτη, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μηδέ των συνδεδεμένων Αλβανίας, Μαυροβουνίου, Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, Βόρειας Μακεδονίας εξαιρουμένων) που το Απόθεμα Παγίου Κεφαλαίου όχι μόνο είναι κάτω από τα επίπεδα του 2012 αλλά μειώνεται διαρκώς από χρόνο σε χρόνο!   

2. Η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ο πληθυσμός των εργαζομένων είναι κάτω από τα επίπεδα του 2012  

Αριθμός εργαζομένων (χιλιάδες)

Έτος

Αριθμός

2012

5.519,5

2013

5.631,1

2014

5.716,9

2015

5,487,6

2016

5.584,5

2017

5.456,0

2018

5.547,6

2019

5.501,1

2020

5.389,4

2021

5.298,0

Σε μία δεκαετία αφαιρέθηκαν από την παραγωγή περίπου 220.000 άτομα. Η δυνατότητα του ελληνικού καπιταλισμού να απασχολεί εργατικό δυναμικό («να δίνει δουλειά στον κόσμο», να του εξασφαλίζει τα στοιχειώδη μέσα επιβίωσης στη χώρα του) μειώνεται συστηματικά και διαρκώς επί μία δεκαετία, όχι μόνο στη μνημονιακή της περίοδο, αλλά και στη μεταμνημονιακή, περιλαμβανόμενου του 2021, που ήταν έτος υψηλών ρυθμών ανάπτυξης ύστερα από τη βαθιά ύφεση του 2020 (λόγω lock down). 

3. Η μοναδική χώρα της ΕΕ που η παραγωγικότητα είναι κάτω από τα επίπεδα του 2012! 

Αν το πάγιο κεφάλαιο είναι ο θεμελιώδης δείκτης του παραγωγικού δυναμικού μιας χώρας, η παραγωγικότητα της εργασίας είναι ο θεμελιώδης δείκτης του παραγωγικού της δυναμισμού. Και εδώ, παρατηρούμε ότι η παραγωγικότητα της εργασίας είναι κάτω από τα επίπεδα του 2012 (ξανά μια αρνητική ευρωπαϊκή «πρωτιά»). Τον πολυθρύλητο ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας μπορεί να τον βρει κανείς στις δηλώσεις του Πιερακάκη και των άλλων κυβερνητικών στελεχών, ασφαλώς στις απευθείας αναθέσεις δημόσιων συμβάσεων σε εταιρείες πληροφορικής, στους διακηρυγμένους στόχους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του καθ’ ημάς Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας – Ελλάδα.2.0, αλλά όχι στην παραγωγτικότητα της εργασίας!   

Παραγωγικότητα*

Έτος

Παραγ/τητα

2012

41,7

2013

40,9 

2014

39,7

2015

40,8

2016

39,3

2017

39,9

2018

38,8

2019

39,1

2020

36,1

2021

38,9

*ΑΕΠ ανά απασχολούμενο – σε σταθερές τιμές, χιλιάδες ευρώ

4. Η μοναδική χώρα στην ΕΕ της οποίας ο συνολικός πληθυσμός μειώνεται διαρκώς, από χρόνο σε χρόνο! 

Ο δείκτης του πληθυσμού δεν έχει μόνο προφανή κοινωνική διάσταση, αλλά είναι εξίσου παραγωγικός δείκτης, αφού σχετίζεται με τον πληθυσμό των εργαζομένων, με τη δυνατότητα να καλυφθεί η ζήτηση εργατικών χεριών σε συγκεκριμένους κλάδους και με τις ασφαλιστικές εισφορές. Η (μεγάλη) μείωση του πληθυσμού έχει και κοινωνικές συνέπειες: πέρα από την αποδυνάμωση των ασφαλιστικών ταμείων, γήρανση του πληθυσμού.  

Πληθυσμός*

Έτος

Πληθυσμός

2012

11.045,0

2013

10.965,2

2014

10.892,4

2015

10.820,9

2016

10,776,0

2017

10.754,7

2018

10.732,9

2019

10.721,6

2020

10.710,0

2021

10.669,2

*Σε χιλιάδες

Β. Κρίση αναπαραγωγής των εργαζόμενων τάξεων

1. Η χώρα της ΕΕ με τη μεγαλύτερη πτώση του Μεριδίου της Εργασίας στο προϊόν από το 2012

Η μείωση του Μεριδίου της Εργασίας στο Προϊόν από το 2012 έως και το 2021 κατά 4,3 ποσοστιαίες μονάδες σημαίνει ότι η εργασία χάνει ετησίως εισόδημα 8 δισ. ευρώ σε τιμές 2021 (που μεταφέρονται στα εισοδήματα του κεφαλαίου) μόνο στην πρωτογενή παραγωγή, δηλαδή χωρίς να υπολογίσουμε τις απώλειες στον «κοινωνικό μισθό» (συντάξεις, επιδόματα, παροχές υγείας και παιδείας κ.λπ.). Οι προβλέψεις της Κομισιόν για το 2022 είναι ότι θα υπάρξει περαιτέρω μείωση στο 48,6. Καθώς το ΑΕΠ τον 2022 θα γνωρίσει «αφύσικα» μεγάλη αύξηση περί το 13% λόγω πολύ υψηλού πληθωρισμού, αυτό σημαίνει ότι το 2022 οι απώλειες για την εργασία που θα μεταφερθούν στα εισοδήματα του κεφαλαίου θα ανέλθουν σε 10,2 δισ. ευρώ. 

Οι απώλειες αυτές σχετίζονται κατεξοχήν με το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι (ξανά!) η μοναδική χώρα όπου ο κατώτατος μισθός είναι κατώτερος του 2012, ακόμη και ύστερα από τις τελευταίες αυξήσεις – και χωρίς να υπολογίσουμε την επιπρόσθετη, πραγματική του μείωση λόγω πληθωρισμού και ακρίβειας. 

Μερίδιο της Εργασίας στο Προϊόν*

Έτος

Μερίδιο

2012

54,7

2013

52,2

2014

52,4

2015

50,8

2016

51,2

2017

51,0

2018

50,5

2019

50,3

2020

54,6

2021

50,3

*Το ποσοστό επί του ΑΕΠ (δηλαδή του πλούτου που παράγεται σε ένα έτος στη χώρα) που κατανέμεται στους εργαζόμενους πρωτογενώς, δηλαδή μέσα από την παραγωγή και πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις. Το υπόλοιπο μέχρι το 100% είναι εισοδήματα του κεφαλαίου. 

2. Στην ομάδα των χωρών με τους υψηλότερους δείκτες κοινωνικής και υλικής στέρησης.  

Αυτό ισχύει παρόλο που οι δείκτες αυτοί δεν λένε όλη την αλήθεια για την έκταση της φτώχειας και της κοινωνικής δυστυχίας, επειδή μόνο στην Ελλάδα σε ολόκληρη την Ευρώπη το όριο της φτώχειας είναι χαμηλότερο από τα επίπεδα του 2012. Ο λόγος είναι ότι το όριο της φτώχειας είναι το 60% του διάμεσου μισθού – και με τη σειρά καθορίζεται από τον κατώτατο και που, όπως είδαμε ήδη, αυτός είναι κάτω από τα επίπεδα του 2012. Η στατιστική αυτή «οφθαλμαπάτη» θα αρκούσε από μόνη της για να ωραιοποιήσει κατά πολύ κάποιες από τις στατιστικές της φτώχειας, αλλά το πρόβλημα έχει τέτοια έκταση ώστε, παρ’ όλα, οι επίσημοι δείκτες είναι πολύ υψηλοί. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, σε 5 βασικούς δείκτες η Ελλάδα ανήκει στην πρώτη ταχύτητα των χωρών με τους υψηλότερους δείκτες (σε κάθε σχετική κατηγορία αναφέρονται και οι χώρες της πρώτης «ταχύτητας»):   

  • Ποσοστό ενήλικων ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό (ποσοστό φτώχειας): 

Ελλάδα: 27%

Βουλγαρία: 31,7

Ισπανία: 27,8

Ρουμανία: 34,4

  • Ποσοστό εργαζόμενων φτωχών άνω των 18 ετών:

Ελλάδα: 11,3

Ισπανία: 12,7

Ιταλία: 11,6

Ρουμανία: 15,6

Πορτογαλία: 11,2 

  • Ποσοστό υλικής και κοινωνικής στέρησης (άτομα άνω των 16 ετών):

Ρουμανία:26,5

Ελλάδα: 22,1

Βουλγαρία: 18,3

  • Ποσοστό σοβαρής στέρησης στέγασης:

Ελλάδα: 5,8

Λετονία: 11,5

Βουλγαρία: 8,6

Ιταλία: 6,1

  • Ποσοστό υλικής στέρησης παιδιών για παιδιά 1-15 ετών:

Ελλάδα: 46,3

Ρουμανία: 70,8

Βουλγαρία: 67,9

Λετονία: 38,3 

Το οξύμωρο σχήμα και η ερμηνεία του

Ωστόσο, μια πρώτη, αυθόρμητη αντίρρηση, όχι κατ’ ανάγκη κακοπροαίρετη, είναι η εξής: μα δεν βγήκαμε από τα μνημόνια το 2018 και από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας τον Αύγουστο του 2022, δεν επανήλθε η οικονομία σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ήδη από το 2017, δεν προβλέπεται για το 2022 μια θηριώδης αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 13%, δεν μειώνεται το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, δεν παίζει ρόλο το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 38 περίπου δισ. ευρώ που προφυλάσσει από μια κρίση χρέους, δεν «κατέφθασαν» οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν αυξήθηκαν οι εξαγωγές; Ναι, είναι αλήθεια όλα αυτά. Το πρόβλημα είναι ότι, παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα παρακμάζει. Φαίνεται οξύμωρο, αλλά είναι η πραγματικότητα – και η εξήγηση είναι απλή: το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που έχει εγκαθιδρυθεί με τα μνημόνια μοιάζει με μινώταυρο που κανιβαλίζει την εργασία (μισθούς και κοινωνικό κράτος) αλλά και μικρομεσαίους (είτε επιχειρηματίες είτε μικρομεσαίου εισοδήματος στρώματα εργαζομένων ή αυτοαπασχολούμενων). Ο διακηρυγμένος στο ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τις κυβερνητικές προθέσεις και σχεδιασμούς προσανατολισμός της οικονομίας στην «εξωστρέφεια» (εξαγωγές) κάνει αυτό το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης ακόμη πιο αδιάφορο για την τύχη των εργαζόμενων και των μικρομεσαίων, ακριβώς επειδή αυτοί οι τελευταίοι σχετίζονται κατεξοχήν με την εσωτερική ζήτηση – και κατρανάλωση. Η αστική τάξη και οι «πολίτες της δημιουργίας» του κ. Μεϊμαράκη, της ΝΔ και της σημερινής κυβέρνησης κανιβαλίζουν όχι μόνο το εισόδημα, τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και τα αδύναμα μέλη της δικής τους τάξης – και αυτή η διαδικασία συνεχίζεται ακόμη, 13 χρόνια μετά το πρώτο μνημόνιο. 

Αυτή η υπερδεκαετής διαδικασία κανιβαλισμού και οι τεράστιου ύψους ευρωπαϊκοί πόροι (ΕΣΠΑ και Ταμείο Ανάκαμψης) όχι μόνο δεν αποδείχθηκαν ικανοί για την ανάταξη των παραγωγικών μεγεθών πάνω από τα επίπεδα του 2012, αλλά αυτά παραμένουν καθηλωμένα κάτω από αυτά τα επίπεδα. Οι εξαγωγές αυξάνονται, αλλά οι εισαγωγές αυξάνονται με μεγαλύτερους ρυθμούς και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διευρύνεται σε υψηλά επίπεδα παρά τις φετινές καλές επιδόσεις του τουρισμού, υπογραμμίζοντας τα έλλειμμα παραγωγικότητας (όσο υψηλότερη ανάπτυξη, τόσο ταχύτερη αύξηση των εισαγωγών σε σχέση με τις εξαγωγές και τόσο υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο). 

Το «μαξιλάρι» των ρευστών διαθεσίμων, που αποτελεί μικρού ύψους κρατική αποταμίευση από τους κοινωνικούς πόρους που λεηλατήθηκαν επί μνημονίων (εργατικός μισθός και κοινωνικό κράτος), «παραχωρήθηκε» από τους δανειστές στο πλαίσιο της συμφωνίας «εξόδου από τα μνημόνια» για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο ότι δεν θα χρειαστεί να διαχειριστούν ξανά μια ελληνική κρίση χρέους και τις επιπτώσεις της στην Ευρωζώνη. Είναι μέρος των διεθνών «εγγυήσεων» για το ελληνικό χρέος που λειτουργεί σαν θώρακας αυτού του μοντέλου ανάπτυξης για λίγους και διαρκώς λιγότερους. 

Μια εκκωφαντική αποτυχία της αστικής τάξης, που γίνεται δική μας ήττα!

Εγκαθιδρύθηκε λοιπόν ένα μοντέλο «ανάπτυξης», δηλαδή καπιταλιστικής συσσώρευσης, που δεν διακρίνεται μόνο για το «σύνηθες» χαρακτηριστικό της λεηλασίας των εργατικών εισοδημάτων και του κοινωνικού κράτους, αλλά και για το εντελώς ασυνήθιστο -και μοναδικό στην Ευρώπη και διεθνώς για μη πολεμική περίοδο- χαρακτηριστικό της συρρικνούμενης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, ένα χαρακτηριστικό «αφύσικο» για τον καπιταλισμό – τόσο αφύσικο, ώστε ο Μαρξ δεν θεώρησε σκόπιμο να εξετάσει στο «Κεφάλαιο» την περίπτωση συρρικνούμενης αναπαραγωγής και ανέλυσε τις περιπτώσεις απλής και διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. 

Τούτου δοθέντος, η ελληνική αστική τάξη όχι μόνο δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το δικό της, ιδιοτελές ταξικό συμφέρον ταυτίζεται με το γενικό κοινωνικό συμφέρον (αφού εντείνεται η κρίση αναπαραγωγής των εργαζόμενων τάξεων), αλλά δεν μπορεί καν να ισχυριστεί ότι εξασφαλίζει την αύξηση -έστω και ανεπαίσθητη- του παραγωγικού δυναμικού και του παραγωγικού δυναμισμού του ελληνικού καπιταλισμού. Ως ηγεσία του έθνους είναι διπλά αποτυχημένη και χρεοκοπημένη. Και παρ’ όλα αυτά, αντί να έχουμε κρίση ηγεμονίας αλλά και κρίση ηγεσίας της αστικής τάξης, έχουμε βαθιά κρίση της εργατικής τάξης και των συνδικαλιστικών και πολιτικών της συγκροτήσεων. 

Πρέπει λοιπόν να απασχολήσουν σοβαρά την Αριστερά οι λόγοι που ερμηνεύουν αυτό το παράδοξο. Διότι αν δεν βρούμε τις απαντήσεις, δεν θα ξεφύγουμε από τη θανάσιμη λαβή της έσχατης ανημπόριας και της ήττας.    

+ posts