Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η κυβερνητική τακτική των επιθετικών πρωτοβουλιών σε όλα τα μέτωπα γνωρίζει την πλήρη στήριξη του «λαού της δεξιάς», ακόμα και όταν οι πρωτοβουλίες αυτές φαίνεται να ανατρέπουν ένα πολιτικό modus vivendi δεκαετιών, ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό. Γι’ αυτό και το σημαντικό, εν προκειμένω, δεν είναι ότι η κυβέρνηση εκτροχιάζεται τόσο συχνά σε παραβιάσεις του Συντάγματος, αλλά το ότι έχει όλη την άνεση να το κάνει, δημιουργώντας ένα νέο τοπίο, μια νέα κανονικότητα.
Ο «λαός της δεξιάς» (οι ψηφοφόροι και τα κοινωνικά της στηρίγματα) έχουν αφομοιώσει πλήρως τον ακροδεξιό ρεβανσισμό του Σαμαρά, τον μπρουτάλ αντιπροσφυγικό λόγο του Γεωργιάδη, τον εθνικισμό των μακεδονομάχων, όπως και τον «αντικρατισμό» του Μητσοτάκη. Η συσπείρωση αυτού του κόσμου όχι απλά γύρω από την κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και γύρω από τις παραπάνω ιδεολογίες, που είναι απολύτως έκδηλη, λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη του κυβερνητικού έργου, σταθεροποιεί την κυβέρνηση ως ηγεμονική δύναμη της πολιτικής σκηνής, και παράλληλα υποβιβάζει την αντιπολίτευση του Σύριζα σε ρόλο δευτεραγωνιστή.
Το νομοσχέδιο με γενικό τίτλο «Εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» παρουσιάστηκε σε συνέντευξη Τύπου από τους συναρμόδιους υπουργούς (Παιδείας και Προστασίας του Πολίτη) στις 13/1, και ήδη έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση με σκοπό την εισαγωγή στην Ολομέλεια της Βουλής και την ψήφισή του στο αμέσως επόμενο διάστημα. Μια ακόμα «εκσυγχρονιστική» μεταρρύθμιση παίρνει το δρόμο της κοινοβουλευτικής επικύρωσης, μετά από τρεις περίπου μήνες προετοιμασίας της με τη δημιουργία του «κατάλληλου εδάφους» από τα φίλια ΜΜΕ. Με την υπερψήφιση του νομοσχεδίου (για την ακρίβεια, από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο), παίρνουν σάρκα και οστά κάποιες από τις εξαγγελίες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης των εκλογών του 2019: «Επιτέλους» θεσπίζεται ο ορισμός ενός ελάχιστου βαθμού εισαγωγικών εξετάσεων για την εισαγωγή των αποφοίτων των λυκείων στα ΑΕΙ (και τα ΤΕΙ), καταργείται επομένως «η πολυτέλεια της εισαγωγής σε ΑΕΙ με λευκή κόλλα», αντιμετωπίζεται το χρόνιο πρόβλημα των «αιώνιων φοιτητών» με τη θέσπιση του ν+2 (ή ν+3 για τα τμήματα πενταετούς ή εξαετούς φοίτησης) και, βεβαίως, θεσμοθετείται για πρώτη φορά η πανεπιστημιακή αστυνομία, υπεύθυνη για την τήρηση του νόμου και της τάξης σε χώρους όπου οι «αγκυλώσεις δεκαετιών είχαν επιτρέψει τη μετατροπή τους σε εστίες υπόθαλψης κάθε είδους ανομίας» (1).
Πρόκειται αναμφισβήτητα για ιδιόμορφο «εκσυγχρονισμό», αν λάβουμε υπόψη μας ότι για τις μεν δυο πρώτες ομάδες μεταρρυθμίσεων (ελάχιστη βάση, μέγιστος χρόνος σπουδών για αποφοίτηση) καμιά πανεπιστημιακή αρχή δεν έχει διατυπώσει αίτημα παρόμοιο με τις εισαγόμενες αλλαγές (2), όσον αφορά δε την τρίτη δέσμη μεταρρυθμίσεων (πανεπιστημιακή αστυνομία, ελεγχόμενη πρόσβαση στους πανεπιστημιακούς χώρους, επιβολή κυρώσεων στα μη συμμορφούμενα ΑΕΙ με τη μορφή περικοπών των επιχορηγήσεών τους κ.λπ.),3 η συντριπτική πλειονότητα των πανεπιστημίων έχει εκφράσει την κατηγορηματική της αντίθεση.
Τον τόνο στο όλο εγχείρημα φρόντισε να δώσει ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοστάκης, στη γνωστή τηλεδιάσκεψη με τους πρυτάνεις των πανεπιστημίων (1/11/2020), με αφορμή τον προπηλακισμό του πρύτανη του ΟΠΑ Δ. Γεραντώνη, προαναγγέλλοντας την ίδρυση του ειδικού σώματος προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων με τα εξής λόγια: «Μετά την τιμωρία της Χρυσής Αυγής, έχει έρθει και η ώρα να αντιμετωπίσουμε την άλλη όψη του παρακράτους, αυτού που, αυτή τη φορά, φορά αριστερό προσωπείο» (3).
Η πολιτική αντιπαράθεση στο συγκεκριμένο θέμα, από την ημέρα εκείνων των δηλώσεων του Μητσοτάκη μέχρι σήμερα, θυμίζει σκηνικό από έργο που έχει παιχτεί κατ’ επανάληψη: Από τη μια, τα media διεκτραγωδούν εν χωρώ το «γενικό μπάχαλο που επικρατεί στους πανεπιστημιακούς χώρους» (4), αφού «η αστυνόμευσή τους είναι μηδενική» και οι πανεπιστημιακές αρχές είναι «άτολμες και ανίκανες να υψώσουν το ανάστημά τους απέναντι στους καταστροφείς της δημόσιας περιουσίας» κ.λπ. Παράλληλα, τα ίδια media συγχαίρουν την κυβέρνηση για την πρωτοβουλία της να «αναμετρηθεί με το παρακράτος» ιδρύοντας ένα σύγχρονο σώμα ειδικά εκπαιδευμένων φυλάκων, «στα πρότυπα του Κέιμπριτζ». Από την άλλη, η πανεπιστημιακή κοινότητα και οι δυνάμεις της αριστεράς εστιάζουν σε δυο σημεία:
1. Η θεσμοθέτηση ενός ειδικού αστυνομικού σώματος επιφορτισμένου με την καθημερινή αστυνόμευση των πανεπιστημιακών χώρων, το οποίο θα υπάγεται στον έλεγχο και τις εντολές του υπουργείου ΠροΠο είναι καθαρά αντισυνταγματική, αφού το συνταγματικά κατοχυρωμένο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων σημαίνει ότι η ευθύνη της περιφρούρησης και αστυνόμευσής τους ανήκει αποκλειστικά στις εκλεγμένες πανεπιστημιακές αρχές και ως τέτοια δεν μεταβιβάζεται (5).
2. Η φύλαξη των πανεπιστημιακών χώρων μέσω ενός τέτοιου αστυνομικού σώματος είναι παντελώς ανεδαφική και υποδηλώνει πλήρη άγνοια της πραγματικότητας. Το εύλογο δικαίωμα των φοιτητών να παρακολουθούν παραδόσεις ή συνελεύσεις και σε άλλες σχολές πέραν της δικής τους, η χρήση των πανεπιστημιακών χώρων για την οργάνωση εκδηλώσεων που απευθύνονται στον οποιονδήποτε χωρίς κανέναν αποκλεισμό, είναι σίγουρο ότι δεν χωρούν στον στενό κορσέ της ελεγχόμενης εισόδου με κάρτα, και θα δημιουργήσουν κομφούζιο. Τελικά, τα μέτρα αυτά είναι αντισυνταγματικά, και πρακτικά μη εφαρμόσιμα, όπως ακριβώς ήταν αντισυνταγματικός και μη εφαρμόσιμος ο περιορισμός του δικαιώματος των διαδηλώσεων που ψηφίστηκε το καλοκαίρι, αλλά και σειρά άλλων αυταρχικών ρυθμίσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη (βλ. π.χ. την τροποποίηση του πτωχευτικού δικαίου κ.λπ.).
Πώς εξηγούνται οι κατά συρροήν αντισυνταγματικές ρυθμίσεις;
Θεωρώ, ωστόσο, ότι ειδικά για την Αριστερά υπάρχουν σοβαροί λόγοι να διευρύνει αυτή τη συζήτηση. Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση Μητσοτάκη καταφεύγει τόσο συχνά σε ρυθμίσεις που κινούνται εκτός του ισχύοντος συνταγματικού πλαισίου; Τι μεταβολές συνεπάγονται αυτές οι κινήσεις, για την ίδια την κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και για την αντιπολίτευση, όσον αφορά την κοινωνική τους γείωση;
Αυτό που αξίζει κατ’ αρχάς να σημειωθεί, είναι ότι για την κυβέρνηση, όλες αυτές οι πρωτοβουλίες είχαν μηδενικό «πολιτικό κόστος». Σε καμιά περίπτωση δεν τέθηκε θέμα συνοχής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας ή του κυβερνητικού επιτελείου. Αντισυνταγματικά ή όχι, εφαρμόσιμα ή όχι, τα κυβερνητικά νομοσχέδια ψηφίζονταν πάντα από το σύνολο των βουλευτών της ΝΔ, στους οποίους κατά κανόνα προστίθεντο οι βουλευτές της Ελληνικής Λύσης (6) εν είδει σταθερού κυβερνητικού ετέρου, και (λιγότερο συχνά) αυτοί του ΚΙΝΑΛ.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η κυβερνητική τακτική των επιθετικών πρωτοβουλιών σε όλα τα μέτωπα γνωρίζει την πλήρη στήριξη του «λαού της δεξιάς», ακόμα και όταν οι πρωτοβουλίες αυτές φαίνεται να ανατρέπουν ένα πολιτικό modus vivendi δεκαετιών, ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό. Γι’ αυτό και το σημαντικό, εν προκειμένω, δεν είναι ότι η κυβέρνηση εκτροχιάζεται τόσο συχνά σε παραβιάσεις του Συντάγματος, αλλά το ότι έχει όλη την άνεση να το κάνει, δημιουργώντας ένα νέο τοπίο, μια νέα κανονικότητα.
Καταθέτω σχετικά με το ζήτημα αυτό κάποιες σκέψεις που βεβαίως δεν διεκδικούν δάφνες πρωτοτυπίας. Η δεξιά που αναδύθηκε από την πολιτική κρίση των εκλογών του 2012, όταν είχε συρρικνωθεί στο αδιανόητο 19%, δεν είναι η δεξιά της καραμανλικής παράδοσης. Η σύνθεση της σημερινής κυβέρνησης, με την εμβληματική παρουσία των άλλοτε πρωτοπαλίκαρων του Καρατζαφέρη, δεν επιτρέπει καμιά αμφιβολία επ’ αυτού. Ο «λαός της δεξιάς» (οι ψηφοφόροι και τα κοινωνικά της στηρίγματα) έχουν αφομοιώσει πλήρως τον ακροδεξιό ρεβανσισμό του Σαμαρά, τον μπρουτάλ αντιπροσφυγικό λόγο του Γεωργιάδη, τον εθνικισμό των μακεδονομάχων, όπως και τον «αντικρατισμό» του Μητσοτάκη. Η συσπείρωση αυτού του κόσμου όχι απλά γύρω από την κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και γύρω από τις παραπάνω ιδεολογίες, που είναι απολύτως έκδηλη, λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη του κυβερνητικού έργου, σταθεροποιεί την κυβέρνηση ως ηγεμονική δύναμη της πολιτικής σκηνής, και παράλληλα υποβιβάζει την αντιπολίτευση του Σύριζα σε ρόλο δευτεραγωνιστή.
Θα μπορούσε ο Σύριζα ως αντιπολίτευση, σε συνθήκες άμπωτης του κινήματος, να πάρει πρωτοβουλίες ανατροπής αυτής της δυσοίωνης εικόνας; Ας παρακάμψουμε το γεγονός ότι γι’ αυτή την κινηματική άμπωτη οι ευθύνες του Σύριζα είναι κάτι παραπάνω από σοβαρές, αφού σπατάλησε το πολιτικό κεφάλαιο του 2015 σε μια τραγική διαχείριση που βύθισε την αριστερά σε ανυποληψία. Η σημερινή αδυναμία του Σύριζα να εμπνεύσει σοβαρές κοινωνικές αντιστάσεις στη βίαιη αναδιάρθρωση όλου του θεσμικού πλαισίου που δρομολογεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεκινάει από την αναξιοπιστία με την οποία τον «χρέωσε» η κυβερνητική του πολιτεία. Στο υπόβαθρο αυτό έρχεται να προστεθεί η αυτοκτονική πολιτική της «προοδευτικής συμμαχίας», με την οποία ο Σύριζα απευθύνεται στο ίδιο χοντρικά ακροατήριο στο οποίο απευθύνεται και η ΝΔ: Εξ ου και οι προτάσεις του Σύριζα για χορήγηση έκτακτου οικονομικού επιδόματος πανδημίας στους ένστολους των Σωμάτων Ασφαλείας, η κριτική των κυβερνητικών χειρισμών των ελληνοτουρκικών διαφορών που κάνει λόγο για ενδοτικότητα και έλλειψη στρατηγικής, και πιο πρόσφατα, η υπερψήφιση της προμήθειας των 18 Rafale. Αυτό που μένει πάντα από την αντιπολίτευση του Σύριζα στις κυβερνητικές νομοθετικές πρωτοβουλίες είναι οι δηλώσεις του αρχηγού του ότι αυτές είναι αντιδημοκρατικές, ή και αντισυνταγματικές, και θα καταργηθούν από την επόμενη κυβέρνηση του Σύριζα. Μόνο που, τέτοιες δηλώσεις δεν αποτελούν απλά την επιτομή του κοινοβουλευτισμού: με τη διαφαινόμενη μακροχρόνια κυριαρχία της δεξιάς στην πολιτική ζωή, είναι επιταγές χωρίς αντίκρισμα.
***
(1) Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και σειρά διατάξεων που ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες συμπλήρωσης του μηχανογραφικού από τους υποψήφιους των ΑΕΙ, λεπτομέρειες που περιορίζουν τις επιλογές τους, και που, αναμενόμενα, προσέλκυσαν πολύ λιγότερα φώτα δημοσιότητας απ’ όσα θα δικαιούνταν. https://www.iefimerida.gr/ellada/anatropes-sta-aei-basi-eisagogis-hroniko-orio-foitisis-kai-astynomia-panepistimion.
(2) Ας σημειωθεί ότι η τελευταία Σύνοδος των Πρυτάνεων ακόμα και σε αυτό το σημείο πήρε τις αποστάσεις της από την προτεινόμενη ρύθμιση, «με γνώμονα την άποψη ότι η διαγραφή φοιτητών/φοιτητριών δεν μπορεί να είναι μια οριζόντια διοικητική πράξη». https://www.platform.gr/life/ekpaideusi/76667-synodos-prytaneon-omofona-antithetoi-sto-neo-sxedio-tis-kyvernisis-gia-ta-aei
(3) Βλ. το ενημερωτικό σημείωμα του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, https://www.minedu.gov.gr/news/46872-02-11-20-enimerotiko-simeioma-gia-tin-tilediaskepsi-tou-prothypourgoy-kyriakou-mitsotaki-me-tous-prytaneis-ton-panepistimion
(4) Bλ. π.χ., Γιάννης Σιδέρης, Πανεπιστημιακή αστυνομία και η «μουχλιασμένη» αριστερά, https://www.liberal.gr/politics/i-panepistimiaki-astunomia-kai-i-mouchliasmeni-aristera/349158
(5) Βλ. για παράδειγμα, την πολύ καλή τεκμηρίωση της αντισυνταγματικότητας στο ψήφισμα των 867 πανεπιστημιακών (για το οποίο εξέφρασε τον αποτροπιασμό του -μεταξύ άλλων- και ο Γ. Πρετεντέρης), στο https://www.efsyn.gr/ellada/ekpaideysi/275923_ohi-astynomia-sta-panepistimia
(6) Η Ελληνική Λύση στηρίζει και το υπό ψήφιση νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ, σημειώνοντας ότι επιθυμεί ένα σώμα Πανεπιστημιακής Αστυνομίας με πλήρη εξάρτυση και οπλισμό, και όχι μόνο με το ροπαλάκι και το σπρέι πιπεριού…. https://www.reader.gr/news/koinonia/politiki/342714/na-oploforei-i-astynomia-ton-panepistimion-proteinei-o-velopoylos