*Ο Χαράλαμπος Σωφρονίου κατέχει διδακτορικό τίτλο στις Σπουδές Φύλου και Κριτικής Θεωρίας (Phd in Gender Studies and Critical Theory ) από το Πανεπιστήμιο του Νότινγκαμ (University of Nottingham).
Για άλλη μια φορά παρακολουθούμε τις επιπτώσεις ενός δυισμού ή μιας δυαδικής προσέγγισης (binary approach), ή αυτό που παλιά ονομάζαμε «μανιχαϊσμό», στη διαμόρφωση του δημόσιου λόγου για το θέμα της μαντίλας/τσαντόρ (hijab), μια συζήτηση σε επανάληψη που λειτουργεί διαχρονικά ως το σύμβολο μιας κακομαθημένης ευρωκεντρικής αντίληψης που επιθυμεί μύθους χειραφέτησης και ανθρωπισμού καθώς και ως μηχανισμός εκνηπίωσης που λέει «πάμε να τους σώσουμε από την άγνοιά τους».
Η δυαδική προσέγγιση εδώ αφορά αφενός το ηγεμονικό νέο-ανατολίτικο όραμα το οποίο κατασκευάζει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ «συγκάλυψης» και «αποκάλυψης», η οποία ιεραρχεί το veiling σαν αρχαϊσμό και το unveiling σαν νεωτερικότητα. Αφετέρου, η ρητορική της ταυτότητας του ισλαμικού λόγου, η οποία αντιλαμβάνεται το «veiling» (επικάλυψη/συγκάλυψη) ως τον καθοριστικό δείκτη μιας ισλαμικής ταυτότητας εξαιρετικά εύθραυστης και διαρκώς απειλούμενης από την επεκτατική δυτικoποίηση. Και στις δύο περιπτώσεις, κοινός παρονομαστής τα σώματα των μουσουλμάνων γυναικών, τα οποία κατασκευάζονται σαν ένας μη-τόπος έντασης μεταξύ αναπαραστάσεων οι οποίες αρνούνται να αναγνωρίσουν την ανάγκη διαθεματικής διαχείρισης των πολλαπλών παραμέτρων ορατότητας.
Η συζήτηση για το θέμα πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνει αναφορές και βιβλιογραφία για την περίοδο αποικισμού και κυρίως για τα ανατολιστικά αφηγήματα που αφορούσαν την εκ των προτέρων οριοθετημένη κατωτερότητα των κοινωνιών αυτών. Εδώ να αναφέρουμε την εργαλειοποίηση τόσο του «δικαιώματος εκπολιτισμού» όσο και την εκτροπή στο θέμα των γυναικών, που θεωρούνταν καταπιεσμένες από τη θρησκευτική τους παράδοση. Αυτές οι ιστορίες ήταν πολύ χρήσιμες για τον Ευρωπαίο αποικιοκράτη προκειμένου να υποστηρίξει την αποικιοκρατική εκπολιτιστική του αποστολή. Ο λευκός Ευρωπαίος άνδρας δεν έπρεπε μόνο να φέρει τον πολιτισμό σε αυτές τις κοινωνίες, αλλά και να «σώσει» τις γυναίκες από την καταπίεση και τον περιορισμό που επέβαλε ο ιθαγενής άνδρας.
Είναι απαραίτητο να διαχωρίσουμε την περίπτωση του Ιράν από τις αραβικές χώρες -εδώ πρέπει να αναφερθούμε στην επανεμφάνιση του τσαντόρ ως εκδίκηση του λαού για τις φιλοδυτικές πολιτικές του Σάχη του Ιράν ο οποίος το είχε απαγορέψει την δεκαετία του 1930 και την ίδια λογική σε εντελώς αντίθετη διαδρομή με την επιβολή του τσαντόρ από τον Ayatollah Khomeini: στη πρώτη περίπτωση έχουμε μια βίαιη ανάγνωση με κεντρικό άξονα την εκκοσμίκευση και στη δεύτερη μια εξίσου βίαιη ανάγνωση της θρησκείας στο δίπολο κοσμικότητα εναντίον θρησκείας (secularism vs religion).
Σημαντικό επίσης εδώ να διαχωρίσουμε το παραδοσιακό χιτζάμπ από το χιτζάμπ της επανάστασης. Εξαιρετικά βοηθητική η εργασία της Ιρανής κοινωνιολόγου Ziba Mir Hosseini, η οποία υπογραμμίζει τον τρόπο που οι γυναίκες του Ιράν ήταν οι πρώτες που διεκδίκησαν ανοιχτά τον ισλαμικό φεμινισμό και δημιούργησαν ως αποτέλεσμα ένα νέο αφήγημα σχετικά με το χιτζάμπ ως δικαίωμα και όχι ως νόμο ασκώντας παράλληλα αυστηρή κριτική στην υποχρεωτικότητά του. Γράφει η Ziba Mir Hosseini στο κείμενό της «Η πολιτική και η ερμηνευτική του χιτζάμπ στο Ιράν: από τον περιορισμό στην επιλογή»:
«Πενήντα χρόνια τώρα σχεδιάζετε και προσπαθείτε να με μετατρέψετε σε μια ‘‘ψευτοδυτική γυναίκα’’, αλλά με αυτό το χιτζάμπ, σας λέω ΟΧΙ! Με αυτό το χιτζάμπ είμαι στη διαδικασία διάλυσης πενήντα ετών αποικιοκρατικών σχεδίων και επομένως ΟΧΙ δεν θα μπορέσετε να με κάνετε να αλλάξω την ταυτότητά μου».
Εξαιρετικά σημαντική επίσης ή εργασία της φεμινίστριας Asma Lamrabet για τους μηχανισμούς επικυριαρχίας του ευρωκεντρικού φεμινισμού. Γράφει στο εξαιρετικό έργο της «Οι γυναίκες στο Κοράνι: μια χειραφετητική ανάγνωση»:
«Δεν θέλουμε πλέον να είμαστε ανθρωπολογικά θύματα των διεθνών φεμινιστικών μελετών και των ινστιτούτων γεωπολιτικών στρατηγικών – θέλουμε να είμαστε ελεύθερες των επιλογών μας. Ως εκ τούτου, αυτό μπορεί να επιτευχθεί, και πρέπει να έχουμε επίγνωση, μόνο εάν η επανοικειοποίηση των αξιών της ελευθερίας και της χειραφέτησης πραγματοποιηθεί μέσα από νέα παραδείγματα που αντλούνται τόσο από τη δική μας αναφορά όσο και από εκείνη της ανθρώπινης ποικιλομορφίας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουμε αυτή την αιώνια λογική της αντιπαράθεσης ‘‘νεωτερικότητα εναντίον παράδοσης’’ που βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο της συζήτησης για τις μουσουλμάνες γυναίκες».
Οι συζητήσεις των τελευταίων ημερών μου φέρνουν στο μυαλό ίσως την πλέον άξεστη θεατρική αναπαράσταση του ‘‘unveiling’’, όταν το 2001 στο πλαίσιο των εορτασμών της Ημέρας της Νίκης, η Oprah Winfrey ανέβασε στη σκηνή ένα κορίτσι από το Αφγανιστάν και την υποχρέωσε να βγάλει σιγά σιγά το χιτζάμπ. Η γυναίκα αυτή «παραδίδεται και σώζεται» έτσι από το αμερικανικό φεμινιστικό είδωλο που την κάνει να μετακινηθεί, με μια έντονη συμβολική χειρονομία, από τον χώρο της σκιάς και του πέπλου στον χώρο της νεωτερικότητας, της αποκάλυψης και του φωτός.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να δοθεί στις γυναίκες η ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα να διεκδικήσουν την ελευθερία της επιλογής ως θεμελιώδες δικαίωμα και όχι η άξεστη υπεραπλούστευση που υποβιβάζει ολόκληρη την πνευματικότητα των μουσουλμάνων γυναικών στον τρόπο ντυσίματός τους.
1 Ziba Mir Hosseynni, “The Politics and Hermeuneutics of Hijab in Iran: From Confinement to Choice,” Muslim World Journal of Human Rights, Vol 4, Issue 1, Article 2, 2007.
2 Βιβλιογραφία Asma Lamrabet, “ Women in the Quran : An Emancipatory Reading ,” Muslim World Journal of Human Rights, Vol 8, Issue 13, Article 6, 2019.