Η άφιξη ενός δεύτερου κύματος και η υλοποίηση των ενόψει προκλήσεων οδήγησαν στην ανανέωση του ενδιαφέροντος για την προσέγγιση της λεγόμενης ανοσίας αγέλης, σύμφωνα με την οποία ο χαμηλού κινδύνου πληθυσμός αφήνεται να εκτεθεί σε μια μεγάλη και ανεξέλεγκτη έκρηξη της νόσου, ενώ παράλληλα προστατεύονται οι ευπαθείς ομάδες. Οι υπερασπιστές της προσέγγισης αυτής δηλώνουν ότι αυτό οδηγεί στην ανάπτυξη μιας επίκτητης ανοσίας στον πληθυσμό χαμηλού κινδύνου, γεγονός που τελικά θα προστατεύσει και το ευπαθές μέρος του πληθυσμού. Πρόκειται για μια επικίνδυνη πλάνη που δεν στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα.
Μια τέτοια στρατηγική (σ.σ. «ανοσίας της αγέλης») δεν θα έθετε τέρμα στην πανδημία της COVID-19, αλλά θα κατέληγε σε επαναλαμβανόμενες επιδημίες, όπως συνέβαινε με πολλές μολυσματικές ασθένειες πριν από την έλευση των εμβολίων. Επιπρόσθετα, κάτι τέτοιο θα επιβάρυνε υπερβολικά την οικονομία και τους εργαζόμενους της υγείας, πολλοί από τους οποίους πέθαναν από την COVID-19 ή έζησαν την τραυματική εμπειρία του να ασκήσουν την ιατρική των καταστροφών.
Το να προσδιορίσουμε ποιος είναι ευάλωτος είναι πολύπλοκο, αλλά ακόμα και αν επικεντρωθούμε σ’ αυτούς που διατρέχουν τον κίνδυνο σοβαρών ασθενειών, η αναλογία των ευάλωτων ανθρώπων στο σύνολο του πληθυσμού σε κάποιες περιοχές φτάνει μέχρι το 30%.8 Η παρατεταμένη απομόνωση μεγάλων ομάδων του πληθυσμού είναι πρακτική ανέφικτη και έντονα αντιδεοντολογική.
Αντί δικών μας αναλύσεων, παρουσιάζουμε ένα άρθρο από το διεθνούς κύρους περιοδικό ιατρικής Lancet. Σε πείσμα των ανορθολογικών θεωριών, της «πολιτικής» παράκαμψης των επιστημών (όχι μόνο της ιατρικής αλλά και της επιδημιολογίας και των μαθηματικών), οι συντάκτες του άρθρου τεκμηριώνουν επιστημονικά και απαντούν στα κρίσιμα ερωτήματα που σχετίζονται με την πανδημία. Κάθε υποσημείωση παραπέμπει σε επιστημονική τεκμηρίωση.
Από το διεθνές περιοδικό ιατρικής Lancet, Τόμος 396, Tεύχος 10260, 31 Οκτωβρίου 2020. Μετάφραση από το πρωτότυπο: Χρήστος Βαλλιάνος.
Ο κορωνοϊός 2 σοβαρού οξέος αναπνευστικού συνδρόμου (SARS-CoV-2) έχει μολύνει περισσότερους από 35 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, και οι καταγεγραμμένοι θάνατοι από τον ΠΟΥ μέχρι τις 12 Οκτ. 2020 ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο. Καθώς η Ευρώπη πλήττεται από ένα δεύτερο κύμα της επιδημίας COVID-19, και ο χειμώνας πλησιάζει, χρειαζόμαστε μια σαφή πληροφόρηση σχετικά με τους κινδύνους που δημιουργεί η COVID-19 και την αποτελεσματική στρατηγική καταπολέμησής τους. Στο παρόν άρθρο εκθέτουμε την τρέχουσα συναντίληψη σχετικά με την COVID|-19 επί της βάσει των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων.
Ο SARS-CoV-2 διασπείρεται μέσω της φυσικής επαφής (με μεγαλύτερα σταγονίδια ή αερολύματα), και μέσω μιας μεγαλύτερου βεληνεκούς μετάδοσης, με αερολύματα, ιδίως σε συνθήκες ανεπαρκούς αερισμού. Η υψηλή της μολυσματικότητα(1), σε συνδυασμό με τη δεκτικότητα των μη εκτεθειμένων πληθυσμών σε ένα νέο ιό, δημιουργούν τις συνθήκες για μια ταχεία διασπορά του ιού. Η θνητότητα της μόλυνσης από τον ιό της COVID-19 είναι αρκετές φορές υψηλότερη από αυτήν την εποχικής γρίπης(2), και η μόλυνση ενδέχεται να οδηγεί σε μια μόνιμη ασθένεια, ακόμα και σε νεαρά, προηγουμένως υγιή άτομα (χρόνια COVID)(3). Η διάρκεια της προστατευτικής ανοσίας είναι ακόμα ασαφής(4), και όπως και άλλοι εποχιακοί κορωνοϊοί, ο SARS-CoV-2 είναι ικανός να μολύνει εκ νέου ανθρώπους που πέρασαν ήδη τη νόσο, ωστόσο η συχνότητα της επαναμόλυνσης είναι άγνωστη(5). Η μετάδοση του ιού είναι δυνατόν να περιοριστεί μέσω της κοινωνικής αποστασιοποίησης, της χρήσης καλυμμάτων του προσώπου, και της υγιεινής των χεριών και της αναπνευστικής οδού, καθώς και μέσω της αποφυγής των συνωστισμών και των ανεπαρκώς αεριζόμενων χώρων. Ο ΠΟΥ έχει συνηγορήσει υπέρ αυτών των μέτρων ήδη από τις αρχές της πανδημίας.
Κατά την αρχική φάση της πανδημίας, πολλές χώρες έθεσαν σε εφαρμογή μέτρα lockdown (περιορισμοί του γενικού πληθυσμού, που περιλαμβάνουν την απαγόρευση της κυκλοφορίας και την τηλεργασία), με σκοπό την ανάσχεση της ταχείας διασποράς του ιού. Τα μέτρα αυτά ήταν ουσιώδους σημασίας για τον περιορισμό της θνητότητας(6,7), την αποφυγή της υπερφόρτωσης των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, και την αγορά χρόνου για τη δημιουργία συστημάτων αντιμετώπισης της πανδημίας με σκοπό την καταστολή της μετάδοσης μετά το lockdown. Παρ’ όλον ότι τα lockdown προκαλούν μια γενική αναστάτωση, καθώς επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ψυχική και σωματική υγεία και πλήττουν την οικονομία, τα φαινόμενα αυτά υπήρξαν συχνά ακόμα δυσμενέστερα στις χώρες εκείνες που δεν ήταν σε θέση να αξιοποιήσουν το χρόνο στη διάρκεια και μετά το lockdown προκειμένου να χτίσουν αποδοτικά συστήματα ελέγχου της πανδημίας. Καθώς απουσίαζαν επαρκείς προβλέψεις για τη διαχείριση της πανδημίας και των επιπτώσεων της στην κοινωνική δομή, οι χώρες αυτές οδηγήθηκαν σε συνεχείς περιορισμούς.
Το γεγονός αυτό, όπως είναι ευνόητο, οδήγησε σε εκτεταμένη απογοήτευση και μείωση της εμπιστοσύνης. Η άφιξη ενός δεύτερου κύματος και η υλοποίηση των εν όψει προκλήσεων οδήγησαν στην ανανέωση του ενδιαφέροντος για την προσέγγιση της λεγόμενης ανοσίας αγέλης, σύμφωνα με την οποία ο χαμηλού κινδύνου πληθυσμός αφήνεται να εκτεθεί σε μια μεγάλη και ανεξέλεγκτη έκρηξη της νόσου, ενώ παράλληλα προστατεύονται οι ευπαθείς ομάδες. Οι υπερασπιστές της προσέγγισης αυτής δηλώνουν ότι αυτό οδηγεί στην ανάπτυξη μιας επίκτητης ανοσίας στον πληθυσμό χαμηλού κινδύνου, γεγονός που τελικά θα προστατεύσει και το ευπαθές μέρος του πληθυσμού.
Πρόκειται για μια επικίνδυνη πλάνη που δεν στηρίζεται σε επιστημονικά δεδομένα.
Κάθε στρατηγική διαχείρισης της πανδημίας που στηρίζεται στην ανοσία στην COVID-19 που προκύπτει από φυσικές μολύνσεις παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες. Η ανεξέλεγκτη μετάδοση του ιού σε νεαρά άτομα ενέχει τον κίνδυνο σοβαρής νοσηρότητας(3) και θνησιμότητας για ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Πέραν του ανθρώπινου κόστους, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα επηρέαζε το εργατικό δυναμικό ως σύνολο και θα αποδυνάμωνε την ικανότητα των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης να προσφέρουν στοχευμένη και καθημερινή περίθαλψη. Πέραν αυτού, δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για το ότι από τη φυσική μόλυνση από τον SARS-CoV-2 προκύπτει μια μεγάλης διάρκειας προστατευτική ανοσία(4), και η ενδημική μετάδοση που θα ήταν η συνέπεια της φθίνουσας ανοσίας θα αποτελούσε απειλή για τους ευπαθείς πληθυσμούς για ένα απροσδιόριστο μέλλον. Μια τέτοια στρατηγική δεν θα έθετε τέρμα στην πανδημία της COVID-19, αλλά θα κατέληγε σε επαναλαμβανόμενες επιδημίες, όπως συνέβαινε με πολλές μολυσματικές ασθένειες πριν από την έλευση των εμβολίων. Επιπρόσθετα, κάτι τέτοιο θα επιβάρυνε υπερβολικά την οικονομία και τους εργαζόμενους της υγείας, πολλοί από τους οποίους πέθαναν από την COVID-19 ή έζησαν την τραυματική εμπειρία του να ασκήσουν την ιατρική των καταστροφών. Ακόμα, εξακολουθούμε να μην κατανοούμε ποιοι είναι αυτοί που ενδέχεται να νοσήσουν από χρόνια COVID(3). Το να προσδιορίσουμε ποιος είναι ευάλωτος είναι πολύπλοκο, αλλά ακόμα και αν επικεντρωθούμε σ’ αυτούς που διατρέχουν τον κίνδυνο σοβαρών ασθενειών, η αναλογία των ευάλωτων ανθρώπων στο σύνολο του πληθυσμού σε κάποιες περιοχές φτάνει μέχρι το 30%(8). Η παρατεταμένη απομόνωση μεγάλων ομάδων του πληθυσμού είναι πρακτική ανέφικτη και έντονα αντιδεοντολογική. Εμπειρικά δεδομένα από πολλές χώρες αποδεικνύουν ότι δεν είναι εφικτό να περιοριστούν οι ανεξέλεγκτες εξάρσεις σε συγκεκριμένα τμήματα της κοινωνίας. Μια τέτοια προσέγγιση διατρέχει τον κίνδυνο μιας περαιτέρω επιδείνωσης των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων και των δομικών διακρίσεων που ήδη αποκάλυψε η πανδημία. Οι ιδιαίτερες προσπάθειες για την προστασία των περισσότερο ευάλωτων είναι ουσιαστικής σημασίας, ωστόσο θα πρέπει να συμβαδίζουν με πολυμέτωπες στρατηγικές στο επίπεδο του πληθυσμού.
Για μια ακόμα φορά, βρισκόμαστε ενώπιον μιας ταχύρρυθμα επιταχυνόμενης αύξησης των κρουσμάτων COVID-19 σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, στις ΗΠΑ και σε πολλές άλλες χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ανάληψη μιας αποφασιστικής και επείγουσας δράσης είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Θα πρέπει να εφαρμοστούν σε ευρεία κλίμακα αποτελεσματικά μέτρα καταστολής και ελέγχου της μετάδοσης, και θα πρέπει να υποστηριχτούν με χρηματοδοτικά και κοινωνικά προγράμματα που ενθαρρύνουν τις αντιδράσεις της κοινότητας και αντιμετωπίζουν τις ανισότητες που ενισχύθηκαν από την πανδημία. Βραχυπρόθεσμα είναι πολύ πιθανό να απαιτηθεί συνέχιση των περιοριστικών μέτρων, για τη μείωση της μετάδοσης και τη βελτίωση των αναποτελεσματικών συστημάτων αντιμετώπισης της πανδημίας, προκειμένου να αποφευχθούν μελλοντικά lockdown. Ο στόχος αυτών των περιορισμών είναι να συγκρατήσουν τις μολύνσεις από τον SARS-CoV-2 σε πραγματικά χαμηλά επίπεδα, μέσω αποτελεσματικών και ολοκληρωμένων συστημάτων εύρεσης, ελέγχου, ιχνηλάτησης, απομόνωσης, και υποστήριξης, έτσι ώστε να μπορέσει να επιστρέψει η ζωή κοντά στην κανονικότητα χωρίς την ανάγκη γενικευμένων περιορισμών. Η προστασία των οικονομιών μας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον έλεγχο της COVID-19. Πρέπει να προστατεύσουμε το εργατικό δυναμικό μας και να αποφύγουμε μια μακροχρόνια αβεβαιότητα.
Η Ιαπωνία, το Βιετνάμ και η Νέα Ζηλανδία , που τις αναφέρουμε ως παράδειγμα, έχουν δείξει ότι οι αντιδράσεις ενός εύρωστου συστήματος δημόσιας υγείας είναι δυνατόν να ελέγξει τη μετάδοση του ιού, επιτρέποντας την επιστροφή της ζωής κοντά στην κανονικότητα, και υπάρχουν πολλά τέτοια επιτυχή παραδείγματα. Οι ενδείξεις είναι πολύ σαφείς: ο καλύτερος τρόπος προκειμένου να προστατεύσουμε τις κοινωνίες και τις οικονομίες μας μέχρις ότου φτάσουμε σε ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια και θεραπείες μέσα στους επόμενους μήνες είναι να κρατήσουμε υπό έλεγχο τη διασπορά της COVID-19 στην κοινότητα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια των περισπασμών που υπονομεύουν μια αποτελεσματική αντιμετώπιση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να δράσουμε κατεπειγόντως, βασιζόμενοι στα διαθέσιμα δεδομένα.
Για την παραπάνω εργασία δεν υπήρξε καμιά χρηματοδότηση, χορηγία, ή οποιαδήποτε άλλη άμεση ή έμμεση υποστήριξη από κανένα οργανισμό ή φορέα. Ο ΝΑ βίωσε παρατεταμένα συμπτώματα COVID-19. O AH προσφέρει χωρίς αμοιβή υπηρεσίες συμβούλου στη Ligandal, εκτός της υποβληθείσας εργασίας. Ο FK συνεργάζεται με την Pfizer πάνω σε ζωικά μοντέλα τoυ SARS-CoV-2, και με το Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια πάνω σε εμβόλια μοριακού RNA κατά του SARS-CoV-2. Επίσης, έχει καταθέσει αίτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας σχετικά με τις ορολογικές αναλύσεις και τον SARS-CoV-2, στην οποία αναφέρεται ως εφευρέτης. Ο ΡK είναι συνεργάτης επ’ αμοιβή της Kymab, εκτός της υποβληθείσας εργασίας. Επίσης, έχει καταθέσει αίτηση ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας «μονοκλωνικά αντισώματα για τη θεραπεία και την πρόληψη της μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 (Kymab)» και είναι επιστημονικός σύμβουλος της Ομάδας εργασίας Ορολογίας (ΕΣΥ Αγγλίας), της Συμβουλευτικής Ομάδας δοκιμών (Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας) και της Ομάδας δράσης για τα εμβόλια (Υπουργείο επιχειρησιακής, ενεργειακής και βιομηχανικής στρατηγικής). Ο ML έχει τιμηθεί με χρηματικά βραβεία από την Bristol-Meyers Squibb και την Sanofi Pasteur, εκτός της υποβληθείσας εργασίας. Ο ΜΜ είναι μέλος της ομάδας Συμβούλων του ΠΟΥ SAGE και του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Έρευνας για τα Συστήματα και τις πολιτικές Υγείας, το οποίο διαχειρίζεται την πλατφόρμα παρακολούθησης των συστημάτων Υγείας COVID. O DS είναι μέλος της Συμβουλευτικής Ομάδας COVID-19 της Σκωτικής Κυβέρνησης, έχει παρακολουθήσει συναντήσεις της SAGE και της συμμετέχουσας στη SAGE Βασιλικής εταιρείας DELVE. O CS συνεργάζεται με την MBS, την Ono-Pharmaceuticals, την Archer Dx, την Bristol Myers Squibb, τη Roche-Ventana, την GlaxoSmithKline, τη Novartis, την Celgene, την Illumina, την MSD, το Sarah Canon Research Institute, την Genentech, την Bicycle Therapeutics, και την Μedicixi, εκτός της υποβληθείσας εργασίας. Ο GY διευθύνει το Kέντρο για τις Επιπτώσεις της πολιτικής στην παγκόσμια Υγεία στο Duke University. Όλοι οι συντάκτες δηλώνουν ότι δεν έχουν κανένα ανταγωνιστικό συμφέρον στα πλαίσια της υποβληθείσας εργασίας.
*****
1. Hao X., Cheng S., Wu D., Wu T., Lin X.,Wang C.,Reconstruction of the full transmission dynamics of COVID-19 in Wuhan, Nature. 2020; 584: 420-424
2. Verity R., Okell L.C., Dorigatti I., et al. Estimates of the severity of coronavirus disease 2019: a model-based analysis, Lancet Infect Dis. 2020; 20: 669-677
3. Nature, Long COVID: let patients help define long-lasting COVID symptoms. Nature. 2020; 586: 170
4. Chen Y., Tong X., Li Y., et al., A comprehensive, longitudinal analysis of humoral responses specific to four recombinant antigens of SARS-CoV-2 in severe and non-severe COVID-19 patients, PLoS Pathog. 2020; 16e1008796
5. Parry J., COVID-19: Hong Kong scientists report first confirmed case of reinfection, BMJ. 2020; 370m3340
6. Flaxman S., Mishra S., Gandy A. et al., Estimating the effects of non-pharmaceutical interventions on COVID-19 in Europe. Nature. 2020; 584: 257-261
7. Dehning J., Zierenberg J., Spitzner F.P. et al., Inferring change points in the spread of COVID-19 reveals the effectiveness of interventions, Science. 2020; 369eabb9789
8. Clark A., Jit M., Warren-Gash C.et al., Global, regional, and national estimates of the population at increased risk of severe COVID-19 due to underlying health conditions in 2020: a modelling study, Lancet Glob Health. 2020; 8: e1003-e1017