Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 7 Απριλίου 2015.
Το κίνημα των Τεμπών δεν είναι απλώς μια κοινωνική δύναμη, έχει διπλή υπόσταση, κοινωνικής και πολιτικής δύναμης. Η δε φυσική ροπή του είναι να ενισχυθεί η πολιτική πλευρά του, διότι ο δρόμος, οι διαδηλώσεις, οι κινηματικές δράσεις, οι δημόσιες συζητήσεις και οι συγκεντρώσεις, κάποια στιγμή θα έχουν κάνει τον κύκλο τους, με την έννοια ότι θα έχουν δώσει στο κίνημα των Τεμπών όσα μπορεί να αποδώσει ένα μαζικό, ρωμαλέο, κίνημα. Θα πρέπει, τότε, η μάχη να μεταφερθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Λίγες μόνο εβδομάδες μετά την 28η Φεβρουαρίου έχει γίνει φανερό ότι δεν υπάρχει καμμία πολιτική δύναμη, κόμμα ή οργάνωση, μέσα ή έξω από το κοινοβούλιο, η οποία να θέλει και ταυτοχρόνως να μπορεί να εκπροσωπήσει στην κεντρική πολιτική σκηνή την ενέργεια και την δύναμη του κινήματος των Τεμπών. Τώρα, λοιπόν, γνωρίζουμε: Η πολιτική εκπροσώπηση του κινήματος των Τεμπών, δηλαδή η αναβάθμιση του από κοινωνική δύναμη σε πολιτική δύναμη, εάν υπάρξει, θα είναι το έργο ενός νέου πολιτικού φορέα.
Για ποιο λόγο, όμως, θα έπρεπε το κίνημα των Τεμπών να μετασχηματιστεί από κοινωνική δύναμη σε πολιτική δύναμη;
Για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν είναι αλήθεια πως όλα όσα ζητάει το κίνημα «κρίνονται στον δρόμο», υπάρχουν και άλλα που θα κριθούν στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Πιο αναλυτικά, η πολιτική εκπροσώπηση του κινήματος των Τεμπών βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη επειδή αυτό έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτον, ήδη παράγει πολιτικά αποτελέσματα πρώτου μεγέθους που αλλάζουν την πολιτική συγκυρία. Δεύτερον, συνδέει τον ιδιαίτερο σκοπό επί του οποίου αρχικά συγκροτήθηκε (δηλαδή την απόδοση δικαιοσύνης για το έγκλημα) με το γενικό συμφέρον, με την απαίτηση, δηλαδή, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων οι θεσμοί της δικαιοσύνης έναντι των οποίων έχει χαθεί η εμπιστοσύνη της πλειονότητας των πολιτών. Τρίτον, επειδή οι δράσεις του κινήματος και οι ιδεολογικές παρεμβάσεις του δεν είναι πλέον αιτήματα προς το Κράτος (το οποίο κωφεύει), αλλά είναι παρεμβάσεις οι οποίες έχουν ως σημείο πρόσκρουσης την κυβέρνηση.
Αυτά τα χαρακτηριστικά του κινήματος των Τεμπών, δεν είναι χαρακτηριστικά κοινωνικού κινήματος αλλά της πολιτικής πρακτικής εν γένει (1), του τρόπου ύπαρξης δηλαδή των πολιτικών κινημάτων, των πολιτικών υποκειμένων, οργανώσεων ή κομμάτων. Συνεπώς, το κίνημα των Τεμπών δεν είναι απλώς μια κοινωνική δύναμη, έχει διπλή υπόσταση, κοινωνικής και πολιτικής δύναμης. Η δε φυσική ροπή του είναι να ενισχυθεί η πολιτική πλευρά του, διότι ο δρόμος, οι διαδηλώσεις, οι κινηματικές δράσεις, οι δημόσιες συζητήσεις και οι συγκεντρώσεις, κάποια στιγμή θα έχουν κάνει τον κύκλο τους, με την έννοια ότι θα έχουν δώσει στο κίνημα των Τεμπών όσα μπορεί να αποδώσει ένα μαζικό, ρωμαλέο, κίνημα. Θα πρέπει, τότε, η μάχη να μεταφερθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Κάθε αλλαγή αφήνει υποδοχή από την οποία θα πιαστεί μια άλλη
Κάθε πολιτική αλλαγή, λέει ο Μακιαβέλι στο μεγάλο έργο του, στον Ηγεμόνα (2), δημιουργεί υποδοχή, «άγκιστρο», σημείο «αναμονής» για άρθρωση, στο οποίο μπορεί να «πιάσει» μια επόμενη αλλαγή. Δεν μας λέει ότι μια πολιτική αλλαγή ενδέχεται να δημιουργήσει ένα τέτοιο «άγκιστρο», αλλά ότι κάθε πολιτική αλλαγή ανεξαιρέτως δημιουργεί υποδοχή στην οποία μπορεί να αρθρωθεί μια άλλη. Που σημαίνει ότι αυτή η υποδοχή είναι οπωσδήποτε εκεί, έχει αντικειμενική υπόσταση, και εάν δεν την βλέπουμε αυτό οφείλεται στην πολιτική μας πρεσβυωπία. Μας λέει, επίσης, ο Μακιαβέλι, ότι στην εν λόγω υποδοχή δεν είναι βέβαιο ότι θα αρθρωθεί μια άλλη, μεταγενέστερη αλλαγή. Που σημαίνει ότι αυτό εξαρτάται από τις δικές μας ενέργειες, από την οργάνωση μας, και τους στόχους μας.
Ποιά υποδοχή αφήνει, λοιπόν, αυτή η αλλαγή συγκυρίας που επέφερε η 28η Φεβρουαρίου; Ποιο «άγκιστρο» αφήνει από το οποίο μπορεί να πιαστεί μια άλλη αλλαγή; Τι θα έπρεπε να κάνουμε ώστε αυτό να συμβεί;
Η αλλαγή πολιτικής συγκυρίας στις 28 Φεβρουαρίου είναι η ανοιχτή κρίση πολιτικής ηγεμονίας (3) του νεοφιλελευθερισμού διότι δεν πείθει πλέον παρά μόνο το 1/4 των πολιτών ότι εκπροσωπεί το γενικό συμφέρον.
Μεγάλη αλλαγή, όμως, είναι και η κατάρρευση της ιδεολογικής ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού που θέλησε να μας πείσει ότι η κοινωνία δεν υπάρχει, ότι υπάρχουμε απλώς ως εγωιστικά και άπληστα άτομα τα οποία επιδιώκουν το ατομικό τους συμφέρον, και ότι από αυτό απορρέει δήθεν η γενική ευημερία (4). Το νέο κοινωνικό υποκείμενο που δημιουργήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου και σταθεροποιείται τώρα, διαψεύδει πανηγυρικά το θατσερικό αφήγημα ότι η κοινωνία δεν υπάρχει μόνο και μόνο επειδή οι νεοφιλελεύθεροι δεν μπορούν να της τηλεφωνήσουν.
Μοιραία, λοιπόν, μετά τις 28 Φεβρουαρίου, η οξεία κρίση πολιτικής και ιδεολογικής ηγεμονίας μετατρέπεται σε κρίση νομιμοποίησης της κυβέρνησης του γαλάζιου αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού. Κορυφαίο δε στοιχείο αυτής της κρίσης νομιμοποίησης είναι η απώλεια της εμπιστοσύνης της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών στους θεσμούς της δικαιοσύνης (όπως προκύπτει από πλειάδα δημοσκοπήσεων), εμπιστοσύνη που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο κάθε δημοκρατικού καθεστώτος.
Εάν αυτές είναι οι αλλαγές που αφήνουν υποδοχές στις οποίες μπορούν να αρθρωθούν οι επόμενες αλλαγές, τότε η απαίτηση μεταρρύθμισης των θεσμών της δικαιοσύνης ώστε να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη της πλειονότητας των πολιτών θα έπρεπε να είναι η αιχμή της πολιτικής δύναμης του κινήματος των Τεμπών. Για τον απλό λόγο ότι η απαίτηση για δικαιοσύνη, η απαίτηση να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων οι θεσμοί της δικαιοσύνης, είναι ο πυρήνας της συμμαχίας των συγγενών των θυμάτων με τον λαό της Αριστεράς, επομένως το ισχυρό τους σημείο στο οποίο συγκεντρώνεται το μέγιστο των δυνάμεων τους, ενώ αντιθέτως η ίδια απαίτηση για δικαιοσύνη είναι ο κυριότερος παράγοντας απονομιμοποίησης της κυβέρνησης επειδή αυτή δεν είναι δυνατό να υποχωρήσει σε μια τέτοια απαίτηση. Αυτό που είναι το αδύναμο σημείο για την κυβέρνηση είναι το ισχυρό σημείο για το κίνημα των Τεμπών, και για αυτό πρέπει να είναι η αιχμή της πολιτικής του.
Εκτός, όμως, από την αιχμή, χρειάζεται και σώμα, και αυτό δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από ένα πρόγραμμα αντι-νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που θα άνοιγαν τον δρόμο για την πλήρη αποδιάρθρωση του ελληνικού νεοφιλελευθερισμού μαζί με τις ακροδεξιές συμφύσεις του. Έχει δημιουργήσει «άγκιστρο» και για αυτήν την αλλαγή, η νέα πολιτική συγκυρία.
Αλλαγή τροχιάς
Ο τελευταίος μήνας έδειξε ότι τα κόμματα της υπαρκτής Αριστεράς δεν θέλουν ή δεν γνωρίζουν με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να νοηματοδοτήσουν τα γεγονότα που συναντούν στον δρόμο τους διότι η λογική τους, παραμένει εγκιβωτισμένη στα τείχη του νεοφιλελεύθερου αφηγήματος, ως εσωτερική αντιπολίτευση του νεοφιλελευθερισμού ή ως γκρινιάρης στρουμφ. Εάν δεν υπήρχε αυτό το πολιτικό κενό, ένα από τα κόμματα θα ασκούσε ηγεμονία επί των υπολοίπων και θα γινόταν πόλος έλξης για τις κοινωνικές δυνάμεις που συσπειρώνονται στο κίνημα των Τεμπών. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει, και μόνο μια νέα πολιτική πρωτοβουλία θα ήταν ικανή να ενεργοποιήσει διαδικασίες πολιτικής συγκρότησης των δυνάμεων του κινήματος των Τεμπών. Εάν αφήσουμε τα πράγματα να εξελίσσονται πάνω στην τροχιά που τώρα αυθόρμητα ακολουθούν, θα επιστρέψουμε «στην συνέχεια της κυριαρχίας, όπου σβήνουν τόσο οι αναμνήσεις όσο και οι αιτίες για καινοτομίες», όπως μας έχει προειδοποιήσει, και πάλι, ο Μακιαβέλι.
______
(1) Νίκος Πουλαντζάς (1982 [1968]), «Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις»,εκδόσεις «Θεμέλιο», τόμος Α, σελ. 51-55, 127-130, 194-196.
(2) Νικολό Μακιαβέλι (1961 [1531]), «Ο Ηγεμόνας», εκδόσεις «Γαλαξίας», 1961, σε μετάφραση Νίκου Καζαντζάκη, σελ. 10-11.
(3) Με τον όρο της «πολιτικής ηγεμονίας» εννοούμε την ικανότητα μιας κοινωνικής τάξης και των συμμαχικών της τάξεων να παρουσιάζουν το δικό τους ιδιαίτερο συμφέρον ως συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας, ως γενικό συμφέρον, και έτσι να κυβερνούν.
(4) Βλ. στο άρθρο «Το κίνημα των Τεμπών απειλεί τη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία», στην «Εφημερίδα των Συντακτών», 10/3/2025.