Πολύ σωστά, οι Πάνος Κοσμάς και Μπάμπης Μιχάλης, επισημαίνουν στο αναλυτικό και πλήρως εμπεριστατωμένο άρθρο τους στην Εφσυν, που αναδημοσιεύθηκε στο Commune, «Η επισιτιστική κρίση είναι παγκόσμια και ήρθε για να μείνει», το γεγονός της προϋπάρχουσας, του πολέμου στην Ουκρανία, αύξησης των τιμών των τροφίμων. Όχι μόνο η κλιματική αλλαγή, που θέτει σε κίνδυνο τις σοδειές, αλλά και η έντονη χρηματιστηριοποίηση των προϊόντων και των εφοδιαστικών αλυσίδων δημιουργούν, εδώ και αρκετά χρόνια, έντονα και συνδυασμένα προβλήματα παραγωγής και διανομής των τροφίμων σε χώρες του νότου αλλά και στον λεγόμενο «εσωτερικό νότο» των πλούσιων οικονομιών του πλανήτη.
Ας φανταστούμε τι θα σημαίνει η αύξηση κατά 50% των τιμών των τροφίμων για τους εκμεταλλευόμενους – προλετάριους κατοίκους μιας δυτικής κοινωνίας που καταναλώνουν το 40% του εισοδήματος τους για τη διατροφή τους. Η λέξη «καταστροφή» δεν επαρκεί για να περιγράψει την πλήρη αποδιοργάνωση του προσωπικού πλαισίου ζωής, για την εξασφάλιση ενός πιάτου φαγητού. Ας φανταστούμε τι θα σημαίνει η ίδια αύξηση, για όλον τον πλανήτη, αν σκεφτούμε ότι το σιτάρι και το καλαμπόκι αποτελούν το 27% όλων των θερμίδων που προσλαμβάνονται, από την βρώση όλων των ειδών των τροφίμων που κυκλοφορούν, σε όλον τον κόσμο. Τα πράγματα δεν είναι αστεία και ούτε αποτελούν ένα μεσοπρόθεσμο θεωρητικό ενδεχόμενο.
Μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει να κρύβουμε την επισιτιστική ανασφάλεια πίσω από την, ομολογουμένως, περισσότερο εντυπωσιακή και πιο άμεση ενεργειακή κρίση που προκαλείται από τους γεωπολιτικούς παράγοντες. Τώρα όμως η επισιτιστική ανασφάλεια έγινε σκληρή επισιτιστική κρίση. Ο κίνδυνος του λιμού – τρομακτική λέξη σε σχέση με την λόγια και ουδέτερη έκφραση της επισιτιστικής κρίσης – επανακάμπτει.
Η «Μαύρη Γη» και η αναντικατάστατη παραγωγικότητα της.
Η «Μαύρη Γη», ή αλλιώς στα ρωσικά Chernozem, είναι, χωρίς υπερβολή, ο πιο εύφορος τύπος εδάφους σε όλον τον πλανήτη. Είναι τόσο εύφορος που η σπορά πάνω σε αυτό το έδαφος δεν χρειάζεται λιπάσματα. Η περιοχή, από την ανατολική Κροατία μέχρι και την νότια Σιβηρία, αποτελείται από τέτοια εδάφη και είναι η μεγαλύτερη, σε έκταση, πάνω στο πλανήτη. Μικρότερες εκτάσεις αυτού του τύπου εδάφους υπάρχουν επίσης στον Καναδά και τις βόρειες ΗΠΑ και ίσως κάποιες ακόμα στην Αυστραλία.
Πάνω σε αυτά τα εδάφη, τα τελευταία 20 χρόνια, έγινε μια γεωργική επανάσταση, σε όρους στρεμματικής έκτασης και απόδοσης ανά εκτάριο, που άλλαξε τους όρους του παγκόσμιου εφοδιασμού με τρόφιμα και εξισορρόπησε, σε μεγάλο βαθμό, τις αρνητικές συνέπειες στην παραγωγή που προέρχονται από την κλιματική αλλαγή. Στην Ουκρανία, μεταξύ 2000 και 2020, επιτεύχθηκε 25% αύξηση στη στρεμματική καλλιεργήσιμη έκταση και πάνω από 50% αύξηση στην απόδοση της καλλιεργήσιμης γης για το σιτάρι. Για τον αραβόσιτο, αντίστοιχα, τα νούμερα είναι εκπληκτικά, πάνω από 300% αύξηση στην καλλιεργήσιμη έκταση και πάνω από 100% αύξηση στην απόδοση. Στη Ρωσία, για το ίδιο διάστημα τα νούμερα είναι αντίστοιχα και πιο υψηλά για το σιτάρι – 25% αύξηση στην καλλιεργήσιμη στρεμματική έκταση και πάνω από 60% στην απόδοση – ενώ για τον αραβόσιτο ήταν πάνω από 200% η αύξηση της καλλιεργήσιμης έκτασης και πάνω από 250% η αύξηση της απόδοσης (Στοιχεία FAO).
Όλη αυτή η αυξημένη παραγωγικότητα οφείλεται κατά το 50% στη βιοτεχνολογική καινοτομία και εξέλιξη και όχι μόνο στη μηχανική γεωργία των μεγάλων εκτάσεων. Ιστορικά, έχει παρατηρηθεί, ξανά, για την καλλιέργεια των σιτηρών στην αμερικάνικη ήπειρο κατά το διάστημα 1800 – 1940. Πολύ σημαντική επίσης για την καλλιέργεια των σιτηρών είναι η χρονικότητα των επενδυτικών κύκλων. Ο πιο βραχυπρόθεσμος κύκλος απαιτεί 2 χρόνια. Χρειάζεται ένας χρόνος για την ανάπτυξη των σπόρων και ένας χρόνος για να αναπτυχθεί η συγκομιδή. Ο μακροχρόνιος επενδυτικός κύκλος απαιτεί την ανάπτυξη ανθεκτικών σπόρων στις ασθένειες αλλά και την συμπερίληψη άλλων παραγόντων όπως είναι η ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή, ο συνυπολογισμός της πληθυσμιακής αύξησης και το ενεργειακό κόστος. Ο μακροχρόνιος κύκλος μπορεί να διαρκέσει 12 με 15 χρόνια για να διασφαλίσει κάποια σταθερή και βιώσιμη επισιτιστική ασφάλεια.
Οι κυρώσεις και ο πόλεμος
Τόσο η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία όσο και κυρίως οι κυρώσεις της «Δύσης» για την Ρωσία, που επακολούθησαν, ανέκοψαν αιφνιδίως την εκρηκτική αύξηση της παραγωγικότητας της αγροτικής εργασίας που συνέβη στην Ευρασία τα τελευταία 20 χρόνια. Η Chernozem βγήκε εκτός της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας. Η προσφορά τροφίμων υπέστη καθίζηση αλλά η ζήτηση συνεχίζει να ακολουθεί την τάση της συγκυρίας. Οι εξελίξεις τρέχουν πλανητικά. Η Αργεντινή προσανατολίζεται να μειώσει, λόγω κόστους, την καλλιέργεια σιτηρών κατά 30%. Το ερώτημα είναι, η Ευρώπη μπορεί να αυξήσει, άμεσα και δραστικά, τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της ή θα πρέπει να στραφεί σε εναλλακτικές καλλιέργειες; Πολύ αμφιβάλλουμε ότι μπορεί . Ούτε οι ΗΠΑ μπορούν να το κάνουν εύκολα!
To 1980, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τζίμι Κάρτερ, επέβαλλε εμπάργκο σιτηρών στη Σοβιετική Ένωση γιατί αυτή είχε εισβάλλει στο Αφγανιστάν. Το εμπάργκο δεν πέτυχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η Σοβιετική Ένωση βρήκε διέξοδο στα λατινοαμερικάνικα σιτηρά. Σήμερα η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς σιτηρών. Η απόσταση που διανύθηκε, από τη θέση του καθαρού εισαγωγέα στη θέση ενός σημαντικότατου εξαγωγέα, ήταν τεράστια. Σήμερα οι κυρώσεις είναι όλων σχεδόν των δυτικών χωρών και πρόκειται για, κατευθείαν, βολές στη καρδιά της ρωσικής οικονομίας.
Τόσο αυτός ο συγκεκριμένος πόλεμος, όσο και οι πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση «πεπερασμένης» γης. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, να αντικατασταθεί η γη που «βγήκε» από τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα, από κάποια άλλη αντίστοιχη στρεμματική έκταση, κάπου αλλού στον πλανήτη. Οι κυρώσεις που θεσπίστηκαν στο οικονομικό πεδίο είναι αδυσώπητες και καταστροφικές. Θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με μια υποθετική χρήση συμβατικών πυρηνικών όπλων σε μια αντίστοιχη πολεμική σύγκρουση. Και αφορούν την Ευρώπη, την Αφρική, τις ΗΠΑ και όλον τον πλανήτη και όχι μόνον αυτόν στον οποίο επιβλήθηκαν.
Τα παραπάνω φαίνεται να απηχούν ένα παλιό φαινόμενο φθινουσών αποδόσεων, που περιέγραφε ο David Ricardo το 1815. Καθώς η οικονομία και ο πληθυσμός θα αυξάνονται, οι αγρότες θα αναγκάζονται να καλλιεργούν όλο και λιγότερο εύφορη γη για να καλύψουν τη ζήτηση για τρόφιμα. Αυτό θα σήμαινε ότι οι τιμές των τροφίμων θα αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου. Κάτι που θα συμπίεζε τα πραγματικά εισοδήματα και έτσι τελικά θα «σκότωνε» την ανάπτυξη. Θα σήμαινε επίσης, ότι οι ιδιοκτήτες της χειρότερης γης θα μπορούσαν να χρεώνουν υψηλότερα ενοίκια, αντίστοιχα της καλύτερης γης, μεταφέροντας έτσι χρηματικούς πόρους από τους αγρότες ενοικιαστές στους εαυτούς τους.
Η θεωρία του Ρικάρντο δεν δικαιώθηκε ιστορικά. Χάρη στο εμπόριο, την τεχνική και βιοτεχνολογική πρόοδο, οι τιμές των τροφίμων έπεσαν. Αλλά η θεωρητική του σύλληψη ήταν συνεκτική και γιαυτό επανέρχεται. Τι γίνεται όταν το οικονομικό και πολιτικό σύστημα που παράγει τις τεχνολογικές εισροές της γεωργίας υψηλών παραγωγικοτήτων παράγει και τις αρνητικές εκροές; (κλιματική αλλαγή, καταστροφικές πολιτικές αγορών, γεωπολιτικές εντάσεις). Τί γίνεται όταν ο πόλεμος σπάει τον κύκλο της σποράς, της συγκομιδής και της διανομής; Τι γίνεται όταν οι οικονομικές κυρώσεις αποσυνδέουν τεράστιες εκτάσεις και πλουτοπαραγωγικούς πόρους από την παραγωγή και την τροφοδοσία; Η «πεπερασμένη» και ανελαστική γη επανέρχεται και απειλεί να έχει το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα που προέβλεψε ο Ρικάρντο: Εάν ξοδεύουμε όλα τα εισοδήματα μας σε ιδιωτικές εταιρείες κοινής ωφέλειας, σε δικαιώματα ιδιοκτησίας και στους ιδιοκτήτες γης δεν θα έχουμε να ξοδέψουμε τίποτα σε άλλους αναπαραγωγικούς τομείς, σε άλλους αναπτυξιακούς τομείς και στο τέλος, οι ίδιοι τομείς που μιλάμε, δεν θα μπορούν να παραγάγουν την ίδια ποσότητα προϊόντων που παρήγαγαν και αυτή η κατάσταση θα κρατήσει για πολύ.
Ο νεοφιλελευθερισμός και ο πόλεμος. Χρειαζόμαστε μια νέα προκλητική στρατηγική συνανάπτυξης.
Τα παραπάνω μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε και κάτι περισσότερο. Οι δυτικές καπιταλιστικές οικονομίες, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, επέβαλλαν σκληρές και ιστορικά ανεπανάληπτες κυρώσεις. Πρώτη φορά στα χρονικά των νομισματικών πραγμάτων, σε Κεντρική Τράπεζα των G20 που συμμετέχει και στην BIS (Bank of International Settlements) της δεσμεύονται περιουσιακά στοιχεία από τις άλλες Κεντρικές Τράπεζες εταίρους της BIS. Η αντίδραση της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας ήταν εξίσου εντυπωσιακή, με την απαίτηση οι πληρωμές για τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων και άλλων πρώτων υλών να γίνονται σε ρούβλια (στην πραγματικότητα πίσω από το ρούβλι κρύβονται οι απαιτήσεις της Ρωσίας σε φυσικό χρυσό, αλλά αυτό δεν θα εξεταστεί σε αυτό το άρθρο). Η νεοφιλελεύθερη «Δύση» έκανε ένα μεγάλο λάθος, υποθέτοντας ότι οι πολύ σκληρές κυρώσεις της θα πλήξουν και θα ισοπεδώσουν μια αδύνατη οικονομία ενός πυρηνικού γίγαντα, που κατά τα άλλα στηρίζεται στο εμπόριο πρώτων υλών και αγροτικών προϊόντων. Έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στη χρηματική αποτίμηση της ρωσικής οικονομίας και στην ανταλλακτική αξία του φάσματος των προϊόντων που παράγει αυτή η αχανής γη. Όμως, η αξία χρήσης αυτών των προϊόντων είναι πολύ περισσότερο σημαντική, τουλάχιστον, για την αναπαραγωγή του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και άλλων σημαντικών περιφερειακών – μεσογειακών οικονομιών (Τουρκία, Ισραήλ, Αίγυπτος, Λίβανος). Με τις κυρώσεις αυτές, η «Δύση» αναγκάζει τη Ρωσία να αναδιπλωθεί στο εσωτερικό της Ευρασίας και ταυτόχρονα πυροβολεί τα ίδια της τα πόδια.
Ο νεοφιλελευθερισμός του χρηματιστικού κεφαλαίου, κάτω από την υπεροψία της ρυθμιστικής και συντονιστικής του δύναμης, συγκρούστηκε με την πραγματικότητα της υλικής παραγωγής και του διεθνούς καταμερισμού εργασίας. Τα προϊόντα με ταπεινή ανταλλακτική αξία και μικρή αλυσίδα προστιθέμενης αξίας εκδικούνται, με την τερατώδη αξία χρήσης που έχουν για την αναπαραγωγή της γενικής κεφαλαιακής σχέσης. Η πολιτική των κυρώσεων την «πάτησε», όπως σε ένα γνωστό ανέκδοτο, ένα αμερικάνικο αεροπλανοφόρο την «πατάει» με τον ισπανικό φάρο που βρίσκεται πάνω σε βραχώδη ακτή. Όλα τα προηγούμενα χρόνια δαπανήθηκε πολύς χρόνος, προσπάθεια, γνώση και πολιτική δύναμη, από τους νεοφιλελεύθερους, για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του χρήματος και της πνευματικής ιδιοκτησίας των κεφαλαίων, ειδικά στο πλαίσιο των αλυσίδων παραγωγής τροφίμων και εφοδιασμού.
Σήμερα και με την απαραίτητη παύση των εχθροπραξιών και την αποχώρηση της Ρωσίας από την Ουκρανία πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή στα συμφέροντα των εργαζομένων και των αγροτών, ακόμη και αν αυτό επιβαρύνει σημαντικά τους ιδιοκτήτες κεφαλαίων. Ταυτόχρονα, μια διαφορετική στρατηγική είναι απαραίτητη σε κοινό Μεσογειακό και Ευρασιατικό επίπεδο. Μια στρατηγική συνανάπτυξης και επιλεκτικών βιώσιμων συνεργασιών, στους κρίσιμους τομείς της επισιτιστικής ασφάλειας, της κλιματικής αλλαγής, της ενέργειας και της υγειονομικής περίθαλψης.
-
Πέτρος Σταύρουhttps://commune.org.gr/author/petrosstaurou/
-
Πέτρος Σταύρουhttps://commune.org.gr/author/petrosstaurou/
-
Πέτρος Σταύρουhttps://commune.org.gr/author/petrosstaurou/
-
Πέτρος Σταύρουhttps://commune.org.gr/author/petrosstaurou/