Η συμφωνία AUKUS: επικίνδυνα παιχνίδια πυρηνικού πολέμου

Η συμφωνία AUKUS: επικίνδυνα παιχνίδια πυρηνικού πολέμου

Επικίνδυνες ατραπούς ανοίγει το τριμερές σύμφωνο ασφαλείας που ανακοίνωσαν πρόσφατα οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Αυστραλία (AUKUS). Η συμφωνία για στρατιωτική αναβάθμιση της Αυστραλίας, η οποία με αμερικανική και βρετανική τεχνογνωσία θα μπορεί να κατασκευάσει υποβρύχια που θα κινούνται με πυρηνική ενέργεια, στρέφεται ευθέως κατά της Κίνας και απειλεί να παρασύρει την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού σε ανεξέλεγκτη κούρσα εξοπλισμών και διάδοσης πυρηνικών όπλων.

Αντί γι’ αυτό όμως, στα περισσότερα ελληνικά -και όχι μόνο- μέσα ενημέρωσης δόθηκε έμφαση σε άλλα, ενδιαφέρονταν πλην δευτερεύουσας σημασίας στοιχεία: στο ότι αγνοήθηκε η ΕΕ και στο… κάζο που έπαθε η Γαλλία, καθώς η Αυστραλία προχώρησε σε ακύρωση συμφωνίας που είχε συνάψει από το 2016 με το Παρίσι, ύψους 40 δισ. δολαρίων, για την κατασκευή 12 συμβατικών υποβρυχίων. Δόθηκε επίσης έμφαση στην  ανάγκη να αυτονομηθεί στρατιωτικά η ΕΕ από τις ΗΠΑ, για να μπορεί να χαράζει τη δική της πολιτική ασφάλειας (βλέπε, να επεμβαίνει αυτόνομα όπου δει…).

Οι ενδείξεις για μεγαλύτερη στρατιωτικοποίηση υπήρχαν εδώ και καιρό, καθώς οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν οξυνθεί, με επίκεντρο την τεχνολογική και γεωπολιτική αναβάθμιση της Κίνας. Λίγες ημέρες πριν ανακοινωθεί η συμφωνία για τη δημιουργία της AUKUS, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ, για πρώτη φορά από τον περασμένο Φεβρουάριο. Η τηλεφωνική αυτή επικοινωνία θεωρήθηκε από τις αγορές προσπάθεια εκτόνωσης της αμερικανο-κινεζικής αντιπαράθεσης, ωστόσο η πραγματικότητα μοιάζει να είναι εντελώς διαφορετική. Δεν έγιναν γνωστές οι λεπτομέρειες της τηλεφωνικής αυτής συνομιλίας, ωστόσο στην ανακοίνωση που εξέδωσε ο Λευκός Οίκος επισημάνθηκε πως ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν συνομίλησε  με τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει ότι ο «ανταγωνισμός» μεταξύ των δύο χωρών δεν θα μετατραπεί σε «σύγκρουση»…

«Απρόβλεπτη σύγκρουση»

Αμερικανός αξιωματούχος ανέφερε μάλιστα στους δημοσιογράφους πως ο Μπάιντεν διαβίβασε το μήνυμα ότι η Ουάσιγκτον θέλει να εξασφαλίσει πως «η δυναμική θα παραμείνει ανταγωνιστική» αλλά ότι «δεν θα βρεθούμε στο μέλλον σε μια κατάσταση στην οποία θα πάμε σε απρόβλεπτη σύγκρουση». Η χρήση και μόνον του όρου «απρόβλεπτη σύγκρουση» είναι αρκούντως ανησυχητική και ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Πεκίνου.

Η Κίνα, η οποία προβαλλόταν από τα δυτικά ιμπεριαλιστικά κέντρα τη δεκαετία του 2000 ως πετυχημένο παράδειγμα της παγκοσμιοποίησης, του ανοίγματος δηλαδή των χρηματοοικονομικών αγορών και της οικονομίας με βάση τις επιταγές του κυρίαρχου δόγματος του νεοφιλελευθερισμού, έχει πάψει προ πολλού να είναι απλώς αποδέκτης επενδύσεων προς εκμετάλλευση του φθηνού της εργατικού δυναμικού. Έχει αναβαθμιστεί τεχνολογικά και έχει εισέλθει με αξιώσεις στο παιχνίδι του διεθνούς ανταγωνισμού. Παράλληλα, κάνοντας ασυνείδητα πράξη το δόγμα του γκουρού του νεοφιλελευθερισμού της δεκαετίας του ’90 Τόμας Φρίντμαν, ενισχύει την στρατιωτική της παρουσία στον γεωγραφικό της περίγυρο, τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Ο γνωστός αρθρογράφος των «New York Times» παραδεχόταν στο μανιφέστο για «έναν γρήγορο κόσμο», πως δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικά οικονομική ισχύς, χωρίς στρατιωτική, με την περιβόητη ρήση, «το αόρατο χέρι της αγοράς ποτέ δεν θα δουλέψει χωρίς την κρυφή γροθιά… Τα Μακντόναλντς δεν μπορούν να ανθήσουν χωρίς την McDonnell Douglas, την κατασκευάστρια των F-35».

Η Κίνα γνωρίζει επίσης καλά πως δεν μπορεί να ανθήσουν η Huawei ή η TikTok χωρίς ενίσχυση της στρατιωτικής της παρουσίας – και όχι μόνο. Παράλληλα με την τεχνολογική «εισβολή», η Κίνα αναπτύσσει τις υποδομές σε λιμάνια και άλλα δίκτυα σε πολλές περιοχές του κόσμου. Στην Ελλάδα, η επένδυση της κινεζικής Cosco στο λιμάνι του Πειραιά από ευλογία αντιμετωπίζεται πλέον με μισό μάτι. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην πρόσφατη ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης, μίλησε για «υπερ-ανταγωνισμό» από Ρωσία και Κίνα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Είμαστε αρκετά καλοί στο να χρηματοδοτούμε δρόμους, αλλά δεν έχει νόημα για την Ευρώπη αν κτίζουμε έναν τέλειο δρόμο ανάμεσα σε ένα κινεζικό ορυχείο και ένα λιμάνι κινεζικής ιδιοκτησίας».

Η φον ντε Λάιεν χρησιμοποίησε τον ανερχόμενο κινεζικό και ρωσικό ανταγωνισμό ως πρόσθετο επιχείρημα για την ανάγκη να αυτονομηθεί στρατιωτικά η ΕΕ από τις ΗΠΑ.

Η συμφωνία των τριών -για να επανέλθουμε στην AUKUS- δεν αναβαθμίζει μόνο την Αυστραλία, στην μεγαλύτερη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στρατιωτική συμμαχία. Την μετατρέπει σε εν δυνάμει πυρηνική δύναμη, εντάσσοντάς την στο κλαμπ των χωρών που διαθέτουν πυρηνοκίνητα υποβρύχια (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Βρετανία, Γαλλία, Ινδία).

Η Βρετανία αναζητώντας νέο προσανατολισμό μετά το Brexit, ενισχύει ξανά την στρατιωτική της παρουσία στην Ασία, από όπου είχε αποχωρήσει πριν από 50 χρόνια καταργώντας τις βάσεις που διέθετε στη Νοτιοανατολική Ασία και τον Περσικό Κόλπο. Στο ίδιο πλαίσιο, στα τέλη του 2020 ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον είχε ανακοινώσει τη μεγαλύτερη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά 16,5 δισ. λίρες.

Η αμερικανική αποχώρηση από το Αφγανιστάν φαίνεται πως έκλεισε την περίοδο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», ανοίγει ωστόσο μία ακόμη πιο επικίνδυνη, αυτή της επικίνδυνης όξυνσης του ανταγωνισμού των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Η απειλή μιας κούρσας εξοπλισμών στην νοτιοανατολική Ασία είναι προ των πυλών, με τα πυρηνικά όπλα να αναβαθμίζονται ως «μέσον αποτροπής» με την AUKUS.

+ posts