Αντίσταση σε μια πολύ ιδιαίτερη ευπάθεια όπου η εργασία έχει οικοδομηθεί γύρω από φυλετικά και πατριαρχικά πρότυπα.
Πρόκειται για διαδικασία όπου στην εργασία των μεταναστριών οικιακών εργατριών συναρθρώνονται ταξικά, φυλετικά/εθνοτικά και μεταναστευτικά δεδομένα, σε ένα πατριαρχικό και εκμεταλλευτικό σύστημα που έχει ιστορικές ρίζες και αποτελεί έκφανση φυλετικοποιημένων μεθορίων ή συνόρων: Μια βασική θέση πρωτοπόρων στη μελέτη της μετανάστευσης, φύλου και ρατσισμού, όπως στο κλασικό πλέον έργο τους για τα «ρατσιστικοποιημένα ή φυλετικοποιημένα σύνορα» των Φλόγα Ανθία και της Nira Yuval-Davis είναι η εξής: Το σύνορο/μεθόριος είναι παράλληλα δομικό και ιστορικό: όπου και όποτε υπάρχει κοινωνικός μηχανισμός καθορισμού συνόρων ανάμεσα στους «εντός» και τους «εκτός», δηλαδή στη διαδικασία συμμετοχής/ ένταξης και αποκλεισμού, έχουμε την ανάπτυξη της διαδικασίας διακρίσεων.
[…] σε αντίθεση με τη Σουηδία και την Ισπανία, δεν υπάρχει οργάνωση οικιακών εργαζομένων σε συνδικάτα. Αυτό υπονομεύει σοβαρά τη δυνατότητα αντίστασης. Χρησιμοποιώντας τη ΔΟΕ C.189 για αξιοπρεπή εργασία για τους οικιακούς εργαζόμενους, η οποία προσφέρει μια κανονιστική γλώσσα για να αμφισβητήσει τα περιοριστικά εθνικά καθεστώτα, οι οικιακοί εργαζόμενοι στην Ισπανία έχουν κερδίσει σημαντικούς αγώνες. Στη Σουηδία, η επικύρωση της σύμβασης δεν έχει προσθέσει πολλά σε ένα ήδη ισχυρό σύστημα εκεί. Στην Κύπρο η κατάσταση είναι τρομερή […]
[…] Στις προσπάθειές τους να κερδίσουν δημόσια στήριξη για τις μετανάστριες οικιακές εργάτριες στα ιδιαίτερα περιοριστικά μεταναστευτικά τοπία, συχνά οι ΜΚΟ επιχειρούν να θέσουν το ζήτημα στα πλαίσια σχημάτων που αναφέρονται σε ‘‘σύγχρονη σκλαβιά/δουλεία’’ και εμπορία ανθρώπων είναι συσκευές πλαισίωσης. Ωστόσο, αυτά τα πλαίσια δεν είναι σε θέση να παρέχουν ολιστικές απαντήσεις στην ευπάθεια, επειδή επικεντρώνονται στους μετανάστες οικιακούς εργαζόμενους ως μετανάστες και όχι ως εργαζόμενους.
[…] δεν μπορώ να μην εγκρίνω το τελικό συμπέρασμα ότι «για να είναι ολιστικές και πραγματικά μετασχηματιστικές οι στρατηγικές κατά της ευπάθειας των οικιακών εργατριών, πρέπει να αποτελούν μέρος ευρύτερων πολιτικών σχεδίων για την αντιμετώπιση της κρίσης κοινωνικής αναπαραγωγής με κοινωνικά βιώσιμους τρόπους». Έτσι μπορούμε να τελειώσουμε, μια για πάντα, με τη διαιώνιση του «κοινωνικού ντάμπινγκ σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο».
Η Βέρα Παύλου δημοσιεύει με τίτλο Το Δίκαιο των μεταναστών οικιακών εργαζομένων στην Ευρώπη και η κατασκευή ευπάθειας (Migrant Domestic Workers in Europe Law and the Construction of Vulnerability, Hart Publishing, 2021) ένα πραγματικά εξαίρετο και επίκαιρο βιβλίο που ενδιαφέρει την Αριστερά, ιδιαίτερα μάλιστα εμάς στη νότια Ευρώπη.
Το βιβλίο διερευνά την συχνά παραμελημένη, αλλά εξαιρετικά κοινή, καθημερινή ευπάθεια εκείνων που στηρίζουν την ομαλή λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών: όσους είναι οικιακοί αμειβόμενοι εργαζόμενοι, η πλειονότητα των οποίων είναι γυναίκες. Με επίκεντρο τα πολλαπλά μειονεκτήματα που αντιμετωπίζουν αυτές οι εργάτριες, οι οποίες συνήθως είναι μετανάστριες που ζουν στην Ευρώπη, το βιβλίο διερευνά τον ρόλο του Δικαίου στην παραγωγή, την ενίσχυση και αναπαραγωγή, ή, εναλλακτικά, στην καταπολέμηση, της ευπάθειας στην εκμετάλλευση.
Το βιβλίο επιχειρεί να απομακρυνθεί από προσεγγίσεις που επικεντρώνονται σε ακραίες καταχρήσεις, όπως η «σύγχρονη» σκλαβιά ή η εμπορία ανθρώπων, για να λάβει υπόψη τις πολύ πιο διαδεδομένες καθημερινές ευπάθειες, αυτές που δημιουργούνται στη διασταύρωση διαφορετικών νομικών καθεστώτων. Το βιβλίο εξετάζει θέματα όπως τα ακόλουθα:
- χαμηλοί μισθοί,
- μη ρυθμιζόμενος χρόνος εργασίας,
- απολύσεις και
- ο αντίκτυπος του καθεστώτος μετανάστευσης στην επιβολή δικαιωμάτων στην εργασία.
Το βιβλίο αυτό εξετάζει το συνδυασμό των περίπλοκων νομικών καθεστώτων που συγκροτούν το νομικό καθεστώς ρύθμισης της εργασίας των μεταναστών στην Ευρώπη. Το δίκαιο αυτό αντλεί από το δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το μεταναστευτικό και το εργατικό δίκαιο, και από τρία επίπεδα -το διεθνές, το εθνικό και το δίκαιο της ΕΕ. Με έναν καινοτόμο φακό που συνδυάζει εθνική, συγκριτική και πολυεπίπεδη ανάλυση, αυτό το βιβλίο ανοίγει δρόμους για τον επιβεβλημένο νομικό και γενικότερα ρυθμιστικό μετασχηματισμό για τις μετανάστριες οικιακές εργάτριες, και γενικά όλους τους μετανάστες οικιακούς εργαζόμενους στην Ευρώπη και πέραν αυτής. Αφού σκιαγραφήσει τα διάφορα ουσιαστικά δικαιώματα που απορρέουν από το δίκαιο της ΕΕ σχετικά με τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης, την εγκυμοσύνη και την προστασία της μητρότητας και τον χρόνο εργασίας, το βιβλίο πραγματεύεται τη ρύθμιση αυτών των θεμάτων στα καθεστώτα εργατικού δικαίου του Ηνωμένου Βασιλείου, της Κύπρου, της Σουηδίας και της Ισπανίας με στόχο τον εντοπισμό των αναντιστοιχιών με το δίκαιο της ΕΕ. Το βιβλίο αναφέρεται στη σημασία του άρθρου 31 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, το οποίο εγγυάται σε κάθε εργαζόμενο το δικαίωμα σε συνθήκες εργασίας που σέβονται την υγεία, την ασφάλεια και την αξιοπρέπειά του.
Στην Κύπρο
Αυτό το συναρπαστικό βιβλίο απεικονίζει ότι το κυπριακό εργατικό δίκαιο δημιουργεί «μια πολύ ιδιαίτερη ευπάθεια» για τις/τους χιλιάδες οικιακές/ούς εργαζόμενες/ους. Σύμφωνα με τις στατιστικές του υπουργείου Εργασίας, το 2020 υπήρχαν 23.107 μετανάστες οικιακοί εργαζόμενοι, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων είναι υπήκοοι εκτός ΕΕ, προερχόμενοι κυρίως από τις Φιλιππίνες, τη Σρι Λάνκα, το Νεπάλ, την Ινδία και το Βιετνάμ. Αποτελούν περίπου το 36% του συνόλου των μεταναστών εργαζομένων στην Κύπρο. Ο κατασκευαστικός τομέας, ο δεύτερος σε συμμετοχή μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού τομέας, προσέλκυσε μόνος του το 8,4% των μεταναστών (Παύλου, 2021, σελ.18).
Το κυπριακό καθεστώς εργατικού δικαίου δημιουργεί «μια πολύ ιδιαίτερη ευπάθεια» για τις οικιακές εργάτριες, όπου οι διακρίσεις και η εκμετάλλευση είναι μέρος της εξίσωσης.[1] Είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι σήμερα η κυρίαρχη ρητορική δεν τις ονομάζει εργάτριες, αλλά «οικιακές βοηθούς».
Οι ευρωπαϊκές εκθέσεις επαναλαμβάνουν συνεχώς το ίδιο ζήτημα από 2001. Η Τέταρτη Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας για την Κύπρο (ECRI, 2016) συνεχίζει να αναφέρεται στην ευπαθή θέση των οικιακών εργατριών που αποκλείονται από την απόκτηση καθεστώτος μακροχρόνιας παραμονής, καθώς δεν έχουν ληφθεί στην πράξη μέτρα ενσωμάτωσής τους, δεν έχουν συνδικαλιστική εκπροσώπηση και αντιμετωπίζουν πολυάριθμες δυσκολίες στην καθημερινή τους ζωή. Η Δεύτερη Έκθεση της ECRI (2001) σημείωνε ότι το πρόβλημα διαιωνίζεται τουλάχιστον από τότε που ετοιμάστηκε η Πρώτη της Έκθεση (1997-99) η οποία ανέφερε ότι «[…] μια ιδιαίτερα ευάλωτη/ευπαθής ομάδα φαίνεται να είναι αυτή των οικιακών βοηθών, οι οποίες αποτελούν περίπου το ένα τρίτο όλων των νόμιμων μεταναστών που εργάζονται στην Κύπρο. Έχουν υπάρξει καταγγελίες ότι οι όροι των συμβάσεων αυτών των εργαζομένων παραβιάζονται πολύ συχνά από τους εργοδότες, οι οποίοι μπορεί παραδείγματος χάριν να υποχρεώσουν τις γυναίκες να εργαστούν πολύ περισσότερες ώρες ή κατά τη διάρκεια των ρεπό τους να τους αναθέτουν υποχρεώσεις που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση ή να τις απολύουν αναίτια. Έχουν επίσης υπάρξει καταγγελίες για απάνθρωπη συμπεριφορά και σεξουαλική παρενόχληση αυτών των γυναικών».
Διάφορες έρευνες τεκμηριώνουν ότι ακόμα και το 2020, η κατάσταση των οικιακών εργατριών στη Κύπρο παραμένει απαράδεκτη.[2] Το 2021, η Βέρα Παύλου μας πάει παραπέρα: Τεκμηριώνει και εντάσσει την κατάσταση σε ένα συγκριτικό ευρωπαϊκό πλαίσιο. Στην Κύπρο, αντί να εξασφαλίζουμε τέτοιες συνθήκες εργασίας, αντίθετα, το καθεστώς εργατικού δικαίου δημιουργεί «μια πολύ ιδιαίτερη ευπάθεια»:
«Όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, το καθεστώς εργατικού δικαίου στην Κύπρο εκ πρώτης όψεως περιλαμβάνει τις οικιακές εργάτριες. Δεν υπάρχει ειδικός νόμος για τη ρύθμιση της απασχόλησης των νοικοκυριών, ενώ γενικά η ισχύουσα εργατική νομοθεσία δεν αποκλείει κανονικά τους οικιακούς εργαζόμενους. Παρά την προφανή αυτή συμπερίληψη, το κράτος έχει σχεδιάσει ένα καθεστώς απασχόλησης με πολύ αποκλειστική προσωπική εμβέλεια, καθώς ισχύει μόνο για υπηκόους τρίτων χωρών με βίζα οικιακής εργάτριας. Η πηγή αυτού του καθεστώτος είναι μια πρότυπη σύμβαση εργασίας που σχεδιάστηκε και διανεμήθηκε από το Τμήμα Μετανάστευσης στους/τις μετανάστες/τριες που εισέρχονται με βίζα οικιακής εργάτριας και στους εργοδότες τους. Ως κανονιστική πηγή για την απασχόληση, η σύμβαση είναι κατά βάση για μη τυπική εργασία και προβληματική. Συντάχθηκε από τις αρχές μετανάστευσης για τη ρύθμιση σχέσεων ιδιωτικού δικαίου, ενώ από πολλές απόψεις αποκλίνει από τη γενικά ισχύουσα νομοθεσία και τις συλλογικές συμβάσεις». (Παύλου, 2021, σελίδα 52)
Η κατάσταση στην Κύπρο είναι ιδιαίτερα ζοφερή:
«Η ρύθμιση των μισθών των οικιακών εργαζομένων στην Κύπρο απεικονίζει καλά την παρατήρηση της Adelle Blackett για το πώς “η εργασία έχει οικοδομηθεί γύρω από φυλετικά, πατριαρχικά πρότυπα που συνδέονται με τους φορείς που αναλαμβάνουν τη δουλειά στο σπίτι κάποιου άλλου και όχι στις δεξιότητες”.[3] Η Επίτροπος Διοικήσεως (Συνήγορος του Πολίτη) τότε θεώρησε ότι η μισθολογική διαφορά συνιστά φυλετική διάκριση, δεδομένου ότι οι περισσότεροι οικιακοί εργαζόμενοι σε ιδιωτικά νοικοκυριά είναι φυλετικοί μετανάστες. Κάποιος μπορεί, φυσικά, να υποστηρίξει περαιτέρω ότι συνιστά επίσης διάκριση λόγω φύλου, καθώς οι οικιακοί εργαζόμενοι είναι κυρίως γυναίκες. Ο εξαιρετικά χαμηλός μισθός που ορίζει το κράτος για τους μετανάστες οικιακούς εργαζόμενους καθορίζει τις επιλογές διαμονής τους και εξηγεί γιατί οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ζουν στο νοικοκυριό του εργοδότη». ( Παύλου, 2021, σελ. 57)
Πρόκειται για διαδικασία όπου στην εργασία των μεταναστριών οικιακών εργατριών συναρθρώνονται ταξικά, φυλετικά/εθνοτικά και μεταναστευτικά δεδομένα, σε ένα πατριαρχικό και εκμεταλλευτικό σύστημα που έχει ιστορικές ρίζες και αποτελεί έκφανση φυλετικοποιημένων μεθορίων ή συνόρων: Μια βασική θέση πρωτοπόρων στη μελέτη της μετανάστευσης, φύλου και ρατσισμού, όπως στο κλασικό πλέον έργο τους για τα «ρατσιστικοποιημένα ή φυλετικοποιημένα σύνορα» των Φλόγα Ανθία και της Nira Yuval-Davis είναι η εξής: Το σύνορο/μεθόριος είναι παράλληλα δομικό και ιστορικό: όπου και όποτε υπάρχει κοινωνικός μηχανισμός καθορισμού συνόρων ανάμεσα στους «εντός» και τους «εκτός», δηλαδή στη διαδικασία συμμετοχής/ ένταξης και αποκλεισμού, έχουμε την ανάπτυξη της διαδικασίας διακρίσεων.[4] Η όποια ανατροπή, θα επέλθει μόνο μετά από κοινωνικούς αγώνες. Η Φλόγα Ανθία επιστρέφει με το τελευταίο της έργο στο ζήτημα επεκτείνοντας την προβληματική της, όπου καταλήγει στη μείζονα σημασία των κοινωνικών αγώνων γι’ αυτό που ονομάζει «μετασχηματισμό τόπων». Συμβάλλει στην πολιτική της μετατόπισης για να μπορέσουμε να οραματιστούμε, αλλά και να σχεδιάσουμε στρατηγικά «μια πολιτική μετεγκατάστασης ως τρόπο σκέψης με διατοπική ιδιοκτησία στην πολιτική αντίστασης και αλληλεγγύης».[5] Πέραν της νομικής διάστασης, κοινωνιολογικά και πολιτικά, το βιβλίο της Βέρας Παύλου με το παράδειγμα των οικιακών εργατριών μπορεί να δώσει σάρκα και οστά στη θεωρητική προσέγγιση για την οικοδόμηση μορφών αλληλεγγύης και αγώνων. Πρόκειται για αγώνες που δημιουργούν τα κοινωνικά φαντασιακά και πρακτικές για την άσκηση μιας πολιτικής μετατόπισης ή μετεγκατάστασης που έχει άμεση σχέση με την πολιτική εκείνη που μπορεί να προωθήσει «ένα όραμα ισότητας (που) πρέπει να υπερβεί την ισότητα με τη στενή έννοια της ίσης μεταχείρισης ή ακόμη και της ισότητας των αποτελεσμάτων, σε μια αναδιαμόρφωση αυτού που θέλουμε να γίνουμε άνθρωποι». (Anthias, 2020, σελ. 187).
Στα συμπεράσματά της, η Βέρα Παύλου θέτει το πλαίσιο για την αποκατάσταση της τρέχουσας απαράδεκτης κατάστασης, εντοπίζοντας το πρόβλημα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Κύπρο: σε αντίθεση με τη Σουηδία και την Ισπανία, δεν υπάρχει οργάνωση οικιακών εργαζομένων σε συνδικάτα. Αυτό υπονομεύει σοβαρά τη δυνατότητα αντίστασης. Χρησιμοποιώντας τη ΔΟΕ C.189 για αξιοπρεπή εργασία για τους οικιακούς εργαζόμενους, η οποία προσφέρει μια κανονιστική γλώσσα για να αμφισβητήσει τα περιοριστικά εθνικά καθεστώτα, οι οικιακοί εργαζόμενοι στην Ισπανία έχουν κερδίσει σημαντικούς αγώνες. Στη Σουηδία, η επικύρωση της σύμβασης δεν έχει προσθέσει πολλά σε ένα ήδη ισχυρό σύστημα εκεί. Στην Κύπρο η κατάσταση είναι τρομερή:
«Αντίθετα (με τη Σουηδία και την Ισπανία), στην Κύπρο και στο Ηνωμένο Βασίλειο η έλλειψη ουσιαστικής εμπλοκής των συνδικαλιστικών οργανώσεων με το ζήτημα της μεταναστευτικής οικιακής εργασίας έχει αφήσει χωρίς αμφισβήτηση περιοριστικά νομικά και θεσμικά πλαίσια σε μεγάλο βαθμό. Και στις δύο χώρες, διαφορετικές ενώσεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων και άλλες ΜΚΟ προσπάθησαν να καλύψουν το κενό στην εκπροσώπηση των συμφερόντων των οικιακών εργαζομένων. Ενώ αυτοί οι οργανισμοί μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την παροχή μιας σειράς υπηρεσιών και ενός ασφαλούς χώρου, δεν διαθέτουν την πολιτική δύναμη που απαιτείται για την επίτευξη μετασχηματιστικών και βιώσιμων αλλαγών. Στις προσπάθειές τους να κερδίσουν δημόσια στήριξη για τις μετανάστριες οικιακές εργάτριες στα ιδιαίτερα περιοριστικά μεταναστευτικά τοπία, συχνά οι ΜΚΟ επιχειρούν να θέσουν το ζήτημα στα πλαίσια σχημάτων που αναφέρονται σε ‘‘σύγχρονη σκλαβιά/δουλεία’’ και εμπορία ανθρώπων είναι συσκευές πλαισίωσης. Ωστόσο, αυτά τα πλαίσια δεν είναι σε θέση να παρέχουν ολιστικές απαντήσεις στην ευπάθεια, επειδή επικεντρώνονται στους μετανάστες οικιακούς εργαζόμενους ως μετανάστες και όχι ως εργαζόμενους». (Παύλου, 2021, σελ.150)
Η προβληματική της Παύλου έχει ασφαλώς προεκτάσεις και εφαρμογές πέραν της Ευρώπης. Εξάλλου, τα ζητήματα αυτά είναι παγκόσμια. Αυτό όμως παίρνει συγκεκριμένη μορφή σε κάθε ιστορικό και κοινωνικό σχηματισμό. Για παράδειγμα, η κατάσταση στη Νότιο Αφρική διαφέρει από ό,τι στην Ελλάδα ή τη Κύπρο. Η Shireen Ally (Από υπηρέτριες σε εργάτριες. Οι Νοτιοαφρικανές οικιακές εργάτριες και το δημοκρατικό κράτος)[6] πραγματεύεται κρίσιμα ερωτήματα που συζητούνται στη βιβλιογραφία των κοινωνικών επιστημών σχετικά με την αμειβόμενη οικιακή εργασία. Προχωρώντας πέρα από τη μικροπολιτική των εργοδοτών και των εργαζομένων, η Ally εστιάζει την ανάλυσή της στη μακροπολιτική των οικιακών εργαζομένων και του κράτους. Διερευνά τα οφέλη και τους περιορισμούς των σχεδιασμών μετά το απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής για την επισημοποίηση, τον εκσυγχρονισμό και τον επαγγελματισμό της αμειβόμενης οικιακής εργασίας, του μεγαλύτερου ενιαίου τομέα απασχόλησης των γυναικών στη χώρα. Στο πλαίσιο του δημοκρατικού οράματος και της διαδικασίας δημιουργίας ενός πολυεθνοτικού έθνους στη βάση της ισότητας πέραν της φυλής, ή αυτό που το ΚΚ Νοτίου Αφρικής έχει ορίσει ως την εθνική δημοκρατική επανάσταση, το νέο κράτος της Νότιας Αφρικής είχε στόχο να μετατρέψει τις οικιακές υπηρέτριες σε οικιακές εργάτριες. Αυτή η επέκταση των δικαιωμάτων στις οικιακές εργάτριες είναι μία από τις πιο εκτεταμένες και σημαντικές προσπάθειες οπουδήποτε στον κόσμο. Η έρευνα της Ally περιπλέκει τα υποτιθέμενα πλεονεκτήματα της επισημοποίησης της αμειβόμενης οικιακής εργασίας και καταδεικνύει τις αντιφάσεις στη διαλεκτική του εγχειρήματος: Η προστατευτική νομοθεσία στη Νότια Αφρική λειτουργεί ως μια μορφή εξουσίας που τελικά ενισχύει τη θέση των φτωχών Αφρικανών γυναικών στην πολιτική οικονομία της αναπαραγωγικής εργασίας. Το ζήτημα είναι τόσο παγκόσμιο όσο και τοπικό.
Όσον αφορά στην Κύπρο, απαιτείται ριζική ουσιαστική αναδιάρθρωση της πολιτικής του υπάρχοντος περιοριστικού καθεστώτος που βασίζεται στην χαμηλή αμοιβή τους. Η κατάργηση της προσκόλλησης της άδειας εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη θα είναι επίσης επωφελής, δεδομένου ότι θα απελευθερώσει την αγορά εργασίας και θα αποκόψει την απόλυτη εξάρτηση από έναν εργοδότη, η οποία εξάρτηση βάζει την οικιακή βοηθό σε ακόμη πιο ευάλωτη θέση. Πρέπει να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για συνδικάτα και συνεργατισμό των οικιακών βοηθών και για απάλειψη του κοινωνικού στιγματισμού που συνδέεται με την έννοια της «υπηρέτριας». Ο παράγοντας φύλο παίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής, γιατί η πολιτική και η οικονομία είναι έμφυλη, όπως είναι ταξική, και έχει εθνοτικά και μεταναστευτικά πρόσημα.
Με αυτά υπόψη, η αντίσταση και οι θεσμικές αλλαγές απαιτούν πολλαπλή δράση σε διαφορετικά επίπεδα για να αντιμετωπιστεί η πολυπλοκότητα της ανόρθωσης και ενίσχυσης των εργατριών αυτών. Δεν μπορώ να μη συμφωνήσω περισσότερο με προτάσεις και όραμα: σε επίπεδο ΕΕ καθώς και σε εθνικό επίπεδο απαιτείται επειγόντως δράση. Κυρίως δεν μπορώ να μην εγκρίνω το τελικό συμπέρασμα ότι «για να είναι ολιστικές και πραγματικά μετασχηματιστικές οι στρατηγικές κατά της ευπάθειας των οικιακών εργατριών, πρέπει να αποτελούν μέρος ευρύτερων πολιτικών σχεδίων για την αντιμετώπιση της κρίσης κοινωνικής αναπαραγωγής με κοινωνικά βιώσιμους τρόπους». Έτσι μπορούμε να τελειώσουμε, μια για πάντα, με τη διαιώνιση του «κοινωνικού ντάμπινγκ σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο».
[1] Corina Demetriou (2020) Cyprus Country report Non-discrimination Transposition and implementation at national level of Council Directives 2000/43 and 2000/78, report for Directorate-General for Justice and Consumers Directorate D — Equality and Union citizenship Unit D.1 Non-discrimination and Roma coordination.
[2] Nasia Hadjigeorgiou (2020) REPORT ON THE STATUS OF FOREIGN DOMESTIC WORKERS IN CYPRUS, Report funded by the London School of Economics Hellenic Observatoryυ, 18, December, 2020.
[3] Blackett A, Making Domestic Work Visible: Th e Case for Specific Regulation (Geneva: ILO, Labour Law and Labour Relations Programme Working Paper 2, 1998.
[4] Anthias, F. and Yuval-Davis, N. (1992) Racialised Boundaries, Routledge.
[5] Floya Anthias (2020) Translocational belongings: intersectional dilemmas and social inequalities, New York, Routledge, σελ. 176-189.
[6] Shireen Ally (2009), From Servants to Workers: South African Domestic Workers and the Democratic State. By Shireen Ally. Ithaca, N.Y.: Cornell University Press.
-
Νίκος Τριμικλινιώτηςhttps://commune.org.gr/author/nikostrikliniotis/
-
Νίκος Τριμικλινιώτηςhttps://commune.org.gr/author/nikostrikliniotis/
-
Νίκος Τριμικλινιώτηςhttps://commune.org.gr/author/nikostrikliniotis/
-
Νίκος Τριμικλινιώτηςhttps://commune.org.gr/author/nikostrikliniotis/