Μικρό χρονικό της υπόθεσης Λιγνάδη

Μικρό χρονικό της υπόθεσης Λιγνάδη

«Στα νέα παιδιά που μου είπαν ‘‘βγες και μίλα, και θα βγούμε κι εμείς’’ θέλω να πω ‘‘εγώ δεν διεκδικώ πλέον τίποτα˙ αλλά για να εξυγιανθεί ο υπέροχος χώρος του θεάτρου, πρέπει εσείς να βγείτε τώρα όλοι μαζί, ενωμένοι. Όση δύναμη έχουν αυτοί, οι καταξιωμένοι επώνυμοι που δεν τιμούν την τέχνη τους, τόση έχετε κι εσείς’’».

 

Νίκος Σ.

Η συνέντευξη του Νίκου Σ. δημοσιεύτηκε στις 6 Φεβρουαρίου, στις 13.42 όπως θα επεσήμαινε 19 μέρες αργότερα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή, κατά τη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών περί της ποιότητας του δημόσιου λόγου. Πέντε ώρες μετά την ανάρτηση της συνέντευξης στην ιστοσελίδα 2020mag παραιτήθηκε ο Δημήτρης Λιγνάδης από την καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου.

Η συνέντευξη του Νίκου Σ. δημοσιεύτηκε στις 6 Φεβρουαρίου, στις 13.42 όπως θα επεσήμαινε 19 μέρες αργότερα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή, κατά τη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών περί της ποιότητας του δημόσιου λόγου. Πέντε ώρες μετά την ανάρτηση της συνέντευξης στην ιστοσελίδα 2020mag παραιτήθηκε ο Δημήτρης Λιγνάδης από την καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου.

Ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη παραίτηση, που φημολογούνταν μέρες. Είχαν, όμως, εν τω μεταξύ μια προηγηθεί δύο διαψεύσεις:

  • Μία αμφιλεγόμενη ημι-διάψευση με αφορμή ποστ της Έλενας Ακρίτα που τρεις μέρες νωρίτερα (3/2) είχε επισημάνει ότι «η Λίνα Μενδώνη ζήτησε την παραίτηση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θέατρου Δημήτρη Λιγνάδη, σύμφωνα με αξιόπιστες δημοσιογραφικές πηγές. Επισήμως ακόμα τίποτα δεν είναι γνωστό», για να εισπράξει λίγο αργότερα την απάντηση διά του γραφείου Τύπου του ΥΠΠΟ ότι «Οι αποφάσεις της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού ανακοινώνονται αποκλειστικά μέσω των δελτίων Τύπου του ΥΠΠΟΑ και όχι από ιδιωτικά προφίλ στα social media. Κάθε άλλη ‘‘αξιόπιστη πληροφορία’’ είναι παραπλανητική και εξυπηρετεί ασαφείς σκοπιμότητες».
  • Μία ακόμα διάψευση, από τον ίδιο τον Λιγνάδη, σταλμένη στα δημοσιογραφικά γραφεία από το γραφείο Τύπου του Εθνικού Θεάτρου: «Σε σχέση με τις πληροφορίες που διακινούνται τις τελευταίες ώρες περί δήθεν παραιτήσεως ή απολύσεώς μου από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, θα ήθελα να ενημερώσω υπεύθυνα ότι ουδέποτε υπήρξε παρώθηση, πολλώ δε μάλλον άνωθεν εντολή, προς υποβολή παραιτήσεως από πλευράς μου. Δεν γνωρίζω πώς προέκυψαν αυτές οι φήμες ούτε ποιον σκοπό εξυπηρετούν».

Παρ’ όλα αυτά, τρείς μέρες αργότερα, στις 6 Φεβρουαρίου, ο Λιγνάδης παραιτήθηκε για να αντιμετωπίσει -όπως είπε τότε- τις τοξικές φήμες, η δε παραίτησή του έγινε δεκτή με λακωνικότατη δήλωση αποδοχής από το ΥΠΠΟ.

Μετά την παραίτηση

Οι επόμενες 12 μέρες ήταν εφιαλτικές – για τον Νίκο Σ. πρωτίστως, και για εμένα πολύ δευτερευόντως. Στο υπουργείο Πολιτισμού δεν κουνιόταν φύλλο. Στην Εισαγγελία Πρωτοδικών επίσης, παρότι ο Νίκος έχει ζητήσει ήδη διά δικηγόρου από τις 9 Φεβρουαρίου εισαγγελική παρέμβαση. Ταυτόχρονα, καλοπροαίρετοι φίλοι μάς επεσήμαιναν να προσέχουμε, γιατί «τα βάλαμε με πολύ ισχυρό σύστημα». Ταυτόχρονα, κακοπροαίρετοι συνάδελφοι έσπευδαν να επιτεθούν με post όπως αυτό της Ρούλας Γεωργακοπούλου που μιλούσε για τον «δεύτερο θάνατο της Παπαδάκη» από τα «δισέγγονα της ΟΠΛΑ» ή της Πέπης Ραγκούση που μιλούσε για «συριζογενοβέφα σε εντεταλμένη υπηρεσία» είτε με επίσημη αρθρογραφία όπως το άρθρο «Η σιωπή των ανδρών» της Βένας Γεωργακοπούλου, η οποία έγραφε, μεταξύ άλλων, στην Εφημερίδα των Συντακτών: «Αν ένα μας έμαθε το #metoo ήταν οι επώνυμες καταγγελίες σε ΜΜΕ, Αστυνομία και Δικαιοσύνη. Χωρίς ταρατατζούμ, ‘‘αύριο θα σας πω και το όνομα του βιαστή μου, συντονιστείτε, παρακαλώ, στο προφίλ μου στο facebook’’. Ευτυχώς ξεκινήσαμε κι εδώ πολύ καλά. Ούτε μία από τις κυρίες του αθλητισμού και του θεάτρου, που μας συγκλόνισαν με τις αποκαλύψεις τους, δεν έκρυψε το όνομά της, δεν ‘‘φωτογράφησε’’ απλώς τον θύτη της, να ψάχνουμε εμείς να τον βρούμε, να υποπτευόμαστε και να σπιλώνουμε αθώους».

Η αλήθεια είναι ότι πολλοί επικαλέστηκαν την δήθεν ανωνυμία της μαρτυρίας. Συνέβαινε λοιπόν το εξής παράδοξο: συνάδελφοι αλλά και η υπουργός να μιλούν περί ανωνυμίας (λες και δεν υφίσταται ο θεσμός του προστατευόμενου μάρτυρα) και κανάλια να τηλεφωνούν στον Νίκο Σ. -που δεν ήταν ανώνυμος, αλλά γνωστός στον ευρύτερο χώρο του θεάτρου- και να τον πιέζουν να μιλήσει.

Η υπουργός Πολιτισμού πάλι, στις 7 Φεβρουαρίου μιλώντας στο Thema Radio και στον δημοσιογράφο Γιάννη Αντύπα, απαντώντας σε ερώτηση για την παραίτηση του Λιγνάδη σχολίασε:

«Ξέρετε, μέσα σ’ αυτό το τοξικό κλίμα, καθένας έχει αντοχές και αυτό δε μπορούμε να το παραγνωρίζουμε. Κάθε άνθρωπος έχει τις αντοχές του, πόσο μπορεί να δεχθεί και να ανεχθεί οποιεσδήποτε φήμες. Γιατί πρέπει να πω ότι μέχρι σήμερα που μιλάμε, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, κάποια καταγγελία επώνυμη δεν υπάρχει».

Στις 8 Φεβρουαρίου, η κ. Μενδωνη προσκαλεσμένη στην «Κοινωνία Ώρα MEGA», κλήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση-τοποθέτηση του Ιορδάνη Χασαπόπουλου. Την εξής: «Θέλω να ξεκινήσουμε με την ιστορία που είχαμε με την παραίτηση του κυρίου Λιγνάδη. Να μας πείτε γιατί υπέβαλε την παραίτησή του ο κύριος Λιγνάδης, αλλά θα μου επιτρέψετε, στα χρόνια που γνωριζόμαστε, να σας πω ότι εγώ βλέπω ότι τον Λιγνάδη έπεσαν τώρα όλοι να τον φάνε, άνθρωποι που τον υμνούσαν τόσο καιρό. Άνθρωποι οι οποίοι του έκαναν το πορτρέτο. Λέγαν ότι ο Λιγνάδης έσωσε το Εθνικό, τι φοβερός που είναι, όλο αυτό το διάστημα. Και μου κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση ότι οι ίδιοι άνθρωποι τώρα λένε ‘‘αίσχος, να σηκωθεί να φύγει’’ κ.λπ.»

Εκεί, λοιπόν, η κ. Μενδώνη απάντησε:

«Ο Δημήτρης Λιγνάδης έχαιρε καλλιτεχνικής αποδοχής, και αυτό φάνηκε και από την αντιμετώπιση που είχε όταν διορίστηκε στο Εθνικό Θέατρο. Από εκεί και πέρα, αυτές τις μέρες ζούμε σε μια τοξική και ζοφερή κατάσταση». Επανέλαβε μάλιστα τα περί μη επώνυμης καταγγελίας: «Οι καταγγελίες για πολλούς είναι επώνυμες. Για τον Λιγνάδη, μέχρι στιγμής, επώνυμη καταγγελία δεν υπάρχει. Και όταν λέω μέχρι στιγμής, εννοώ μέχρι σήμερα που μιλάμε».

Ανάλογο περιεχόμενο είχε και άρθρο-παρέμβαση της υπουργού για το «ελληνικό MeToo», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 13 Φεβρουαρίου στα «Νέα Σαββατοκύριακο»:
«Η εμπειρία των τελευταίων ημερών», έγραφε μεταξύ άλλων η κ. Μενδώνη, «ανέδειξε ταυτόχρονα και τον εχθρό της κάθαρσης του νοσηρού τοπίου. Ελλοχεύει πίσω από χαοτικές, “υπαγορευόμενες” ή ανέξοδες δηλώσεις προβολής, προσκαλώντας σε δημόσιο λιθοβολισμό. Η αλήθεια είναι ότι καταστάσεις που μας αγγίζουν -και συναισθηματικά- δημιουργούν την προδιάθεση να παρασυρθούμε από την ψυχολογία του όχλου, να συμφωνήσουμε με σχόλια μίσους των social media, τις αυτόκλητες “εισαγγελικές” αγορεύσεις, απαξιώνοντας τις αρχές του νομικού και ηθικού μας συστήματος. Έτσι, καθαιρούμε το κράτος δικαίου. Οφείλουμε να αντισταθούμε στα ευκαιριακά στημένα “δικαστήρια”».

Τα πρωινάδικα και η δημόσια παραδοχή

Μετά απ’ όλα αυτά, τι μεσολάβησε ώστε στις 19 Φεβρουαρίου να μιλήσει η Λίνα Μενδώνη στην περιβόητη συνέντευξη Τύπου για έναν «επικίνδυνο άνθρωπο» που «εξαπάτησε» και την ίδια και τον πρωθυπουργό γιατί είναι «ηθοποιός» και «υποκρίνεται»; Απλούστατα, μεσολάβησε το γεγονός ότι «σήκωσαν» το θέμα τα «πρωινάδικα» και κυρίως ότι, μία μέρα πριν τη συνέντευξη Τύπου, η Ελεονώρα Μελέτη φιλοξένησε τη συνέντευξη του Βασίλη Κ. ο οποίος μίλησε ανοιχτά, διεξοδικά και-παρά τη λίστα Πέτσα- σε κανάλι πανελλήνιας εμβέλειας (στον Alpha) για μια δραματική εμπειρία αντίστοιχη με του Νίκου, από το ίδιο πρόσωπο που είχε φωτογραφήσει ξεκάθαρα εκείνος.

Έτσι άνοιξε αναγκαστικά ο ασκός του Αιόλου, και ο Νίκος (που δεν κλήθηκε ποτέ αυτεπαγγέλτως από την Εισαγγελία…) βρέθηκε να καταθέτει τελικώς στην 19η ανακρίτρια ως μάρτυρας, διά της οδού του Πειθαρχικού του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών- που έπαιξε και παίζει φωτεινό ρόλο διαλεύκανσης αυτή την εποχή. Ύστερα, όταν οι «τοξικές φήμες» έγιναν σιγά-σιγά απεχθείς πιθανότητες, αναπόφευκτα τέθηκε και το θέμα της πολιτικής ευθύνης για τον απευθείας διορισμό του Δημήτρη Λιγνάδη, για «λόγους δημοσίου συμφέροντος», μετά την βιαστική κατάργηση από την κυβέρνηση της ΝΔ νόμου του ΣΥΡΙΖΑ για την επιλογή των καλλιτεχνικών διευθυντών διά διαγωνισμού. Αλλά ποιος είχε επιλέξει τον Δημήτρη Λιγνάδη; Η υπουργός Πολιτισμού απέφυγε να μας απαντήσει στη συνέντευξη Τύπου, ενώ αντιπαρήλθε επίσης το θέμα της πολιτικής ευθύνης, παρότι δέχτηκε έξι σχετικές ερωτήσεις.

Παραιτήθηκε ή τον… παραίτησαν;

Υπήρξε κι άλλο θέμα που ήθελε διευκρίνιση. Ο Λιγνάδης παραιτήθηκε ή τον παραίτησαν; Εκεί οι απόψεις άρχισαν να διίστανται. Άλλα έλεγε ο κ. Σκέρτσος, άλλα η κ. Μενδώνη, άλλα είχε πει ο κ. Ταραντίλης εξαρχής – μάλιστα, γι’ αυτόν τον τελευταίο οι «κακές γλώσσες» έλεγαν πως η παραίτησή του από τη θέση του κυβερνητικού εκπροσώπου συνδεόταν και με τη διαχείριση στο θέμα Λιγνάδη.

Αντιγράφω από το TVXS τις σχετικές δηλώσεις με χρονολογική σειρά:
– Χρήστος Ταραντίλης, κυβερνητικός εκπρόσωπος, ενημέρωση πολιτικών συντακτών, Δευτέρα 15.2.21: «Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους και η κυβέρνηση αποδέχθηκε την παραίτησή του».

– Λίνα Μενδώνη, Υπουργός Πολιτισμού, συνέντευξη Τύπου, Παρασκευή 19.2.21: «Όταν παραιτήθηκε το απόγευμα του Σαββάτου, 6/2, παραιτήθηκε μετά τη συνέντευξη του Νίκου Σ., που πιθανώς επέδρασε καταλυτικά στην επιλογή του να παραιτηθεί».

Άκης Σκέρτσος, υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, συνέντευξη στο ραδιόφωνο του Σκάι, Δευτέρα 22.2.21: Ερώτηση δημοσιογράφου: «Υπάρχει και μια κατηγορία ότι έγινε προσπάθεια συγκάλυψης, δηλαδή ότι τις πρώτες μέρες, όσο ακόμα οι κατηγορίες ήταν φήμες, δεν υπήρξε μια πιο αποφασιστική κίνηση από την μεριά του υπουργείου Πολιτισμού ειδικά, μια απόσταση από τον καταγγελλόμενο και ούτω καθεξής». Απάντηση: «Δεν νομίζω ότι ευσταθούν. Από τη στιγμή που υπήρξε μια συνέντευξη, χωρίς να είναι επώνυμη -το τονίζω αυτό- την ίδια ημέρα ζητήθηκε η παραίτηση και δόθηκε η παραίτηση».

– Η κυβέρνηση, μέχρι και το μεσημέρι της Δευτέρας 22.2.21, διά της αναπληρώτριας Κυβερνητικής Εκπροσώπου, ριστοτελίας Πελώνη,,δηλώνει ότι στηρίζει την Λίνα Μενδώνη και ότι η παραίτηση του Δ. Λιγνάδη δόθηκε στις 6 Φεβρουαρίου και έγινε αμέσως δεκτή.

Κυριάκος Μητσοτάκης, την Πέμπτη 25.2.2021, στη Βουλή κατά τη συζήτηση για την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημοσίου Διαλόγου δηλώνει. «Ταυτόχρονα με την πρώτη καταγγελία, την ίδια μέρα -καταγγελία που θυμίζω ήταν ανώνυμη, χωρίς να κατονομάζει τον κ. Λιγνάδη, τον περιέγραφε όμως με πολύ μεγάλη σαφήνεια- οδηγήθηκε ο κ. Λιγνάδης σε παραίτηση και η παραίτησή του έγινε αμέσως δεκτή».

Η πρωθυπουργική κάλυψη στην κ. Μενδώνη

Το επόμενο κεφάλαιο έρχεται ακριβώς σ’ αυτή την συζήτηση στη Βουλή για την ποιότητα της Δημοκρατίας και του Δημόσιου Διαλόγου στις 25 Φεβρουαρίου, όταν ο πρωθυπουργός στηρίζει την -απούσα από τα έδρανα- υπουργό Πολιτισμού με το ίδιο επιχείρημα που χρησιμοποίησε και η ίδια˙ ότι δηλαδή δεν γνώριζε τι έπραττε ο Δημήτρης Λιγνάδης. Προφανώς: αν γνώριζε και το ανεχόταν, θα είχε ποινική ευθύνη… Πώς αλλιώς ορίζεται η πολιτική ευθύνη, όταν μάλιστα εκεί, στη Βουλή, ακούγεται για πρώτη φορά καθαρά ότι η ίδια η υπουργός Πολιτισμού τον είχε επιλέξει. Ισχύει; Πάντως για πρώτη φορά λεγόταν δυνατά ότι η Λίνα Μενδώνη είχε επιλέξει τον άνθρωπο που η ίδια διαβεβαίωνε πως δεν γνώρισε παρά για μικρό διάστημα πριν από τον διορισμό του στο Εθνικό Θέατρο. Κι όμως ,τον επέλεξε για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της πρώτης σκηνής της χώρας, με απευθείας ανάθεση, για «λόγους δημοσίου συμφέροντος», ακυρώνοντας γι’ αυτό, επισημαίνω ξανά, νόμο για την πλήρωση των θέσεων των καλλιτεχνικών διευθυντών στους εποπτευόμενους φορείς διά διαγωνισμού. Και εδώ να αναφερθώ σε μια απόλυτη σύμπτωση που επεσήμαναν ορισμένοι: από την ημέρα που προέκυψε το θέμα Λιγνάδη εξαφανίστηκαν τα δημοσιεύματα για την «υπέρκομψη» Μαρέβα και μαζί και η σύζυγος του πρωθυπουργού από τα πρωτοσέλιδα και τις φωτογραφίες…

Αναπάντητα ερωτήματα

Στην πορεία της υπόθεσης τα ερωτήματα που είχε θέσει εξαρχής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας -ο οποίος είχε μιλήσει ευθέως για απόπειρα συγκάλυψης εκ μέρους της κυβέρνησης- ουσιαστικά δεν απαντήθηκαν. Ποια ερωτήματα;

-Από μόνη της η κ. Μενδώνη αποφάσισε να επικαλεστεί στη Βουλή λόγους δημοσίου συμφέροντος για τον διορισμό του Δημήτρη Λιγνάδη;

-Από μόνη της κατήργησε τον διαγωνισμό για να διορίσει τον Λιγνάδη, που -κατά τον δικό της ισχυρισμό- δεν γνώριζε;

-Από μόνη της αποφάσισε να επιχειρήσει με διάφορα προσχήματα τη συγκάλυψη επί σειρά ημερών, δίνοντας τη δυνατότητα στον κύριο Λιγνάδη να λάβει όλα τα μέτρα ώστε να εξαφανιστούν πιθανές αποδείξεις της δράσης του;

-Από μόνη της αποφάσισε να μην προσφύγει στη Δικαιοσύνη από την πρώτη στιγμή της πρώτης δημόσιας καταγγελίας στις 6 του Φλεβάρη;

Ο Αλέξης Κούγιας και η «αντεπίθεση»

Εν τω μεταξύ, οι αποκαλύψεις πληθαίνουν, οπότε εμφανίζεται γκεστ σταρ και μαινόμενος ο Αλέξης Κούγιας ως συνήγορος υπεράσπισης του Δημήτρη Λιγνάδη – αυτού που ήταν μέχρι ανήκε στην upper class των τεχνών… Εκπροσωπεί άραγε την θέση και τη σκέψη του Λιγνάδη καθώς και την αισθητική του ο λόγος του κ. Κούγια;

Ο κ. Κούγιας αναπτύσσει πρώτα το επιχείρημα ότι σκοτεινοί κύκλοι χρησιμοποίησαν τον Λιγνάδη για να χτυπήσουν την υπουργό και δι’ αυτής την επένδυση στο Ελληνικό. Αλλά δε λέει μόνον αυτά. Βάζει στον δημόσιο χώρο ένα λόγο που είναι ακριβώς στον αντίποδα των προθέσεων του MeToo. Διότι αν εκείνο επιδιώκει την εξυγίανση, μια δίκαιη ρύθμιση των σχέσεων, περισσότερη δημοκρατία, ο λόγος του Κούγια βάζει, σε prime time μάλιστα, στα αυτιά και τα μάτια μας το slut shaming, ομοφοβικά σχόλια, προβολή μιας πολύ αμφισβητούμενης «φυσιολογικότητας», επιθέσεις, απειλές, υστερία. Την ίδια στιγμή ορισμένοι δημοσιογράφοι συνεχίζουν ακάθεκτοι. Παραδείγματος χάριν, με σχόλιό της στον ΣΚΑΪ η κ. Μάνδρου αναρωτιέται αν τα παιδιά, που φέρεται να κακοποιήθηκαν, είχαν γονείς: «Tα παιδιά αυτά που βρισκόντουσαν σε ένα σπίτι και ξενυχτάγανε και υφίσταντο αυτά που υφίσταντο, μάνα και πατέρα δεν είχανε;», ήταν τα λόγια της. Ιδού η «μη φυσιολογική φυσιολογικότητα»…

Να θυμίσουμε τι είπε κι ο Αλέξης Κούγιας με αφορμή δηλώσεις του Γιώργου Καπουτζίδη; Είπε λοιπόν:

«Ιδιαίτερα για τον Καπουτζίδη, αυτό το νέο πρότυπο της κοινωνίας, που […] ανέλυε–παρουσίαζε τον έρωτά του με το σύντροφό του […] ενώπιον των φυσιολογικών οικογενειών μας και των φυσιολογικών παιδιών μας και ενώπιον εκατομμυρίων τηλεθεατών και ο οποίος τόλμησε, για να προσβάλει τη τιμή και την υπόληψή μου και να θίξει τον φυσιολογικό τρόπο δημιουργίας οικογενείας […]».

Στις τρεις αυτές μεσαιωνικές αναφορές στη «φυσιολογικότητα» μόνον ο γενναίος Καπουτζίδης αντιδρά. Ούτε το ΕΣΡ ούτε ουδείς άλλος επίσημος φορέας.

Δηλώσεις θυμάτων

Θα τελειώσω εδώ με δύο δηλώσεις θυμάτων.
Τη μέρα της συνέντευξης Τύπου της κ. Μενδώνη με πήρε ο Νίκος Σ. Στη φράση της υπουργού «ο Λιγνάδης παραιτήθηκε μετά τη συνέντευξη του Νίκου Σ., που πιθανώς επέδρασε καταλυτικά στην επιλογή του να παραιτηθεί», ο ίδιος είχε δει την ηθική του δικαίωση τουλάχιστον. Σχολίασε όμως: «Ρώτα την κυρία Ρ. που μετά τη συνέντευξή μου σχολίασε στο Facebook ότι περιγράφω συναινετικό σεξ μεταξύ ενηλίκων, πόσο συναινετικό είναι το σεξ που ο ένας χρησιμοποιεί σε βάρος σου μεταλλικό αντικείμενο χωρίς να θέλεις», ξεσπώντας στη συνέχεια σε λυγμούς.

Η πιο νηφάλια -φαινομενικά τουλάχιστον- παρατήρηση ενός άλλου θύματος, σε ιδιωτική συζήτηση που είχαμε, ήταν αυτή περίπου:

«Αυτό το φοβερό victim blaming δεν αντέχεται! Αν και αντιλαμβάνομαι ότι ο συνήγορος (σ.σ. αναφέρεται στον κ. Κούγια) οφείλει να υπερασπιστεί έναν κατηγορούμενο, αυτό που ζούμε είναι φοβερό! Είναι σαν να μας κακοποιούν ή να μας βιάζουν πάλι. Σε τι αποσκοπεί αυτό το πράγμα; Θα ήθελα να πω σε όλους -και να ακουστεί, για να μην παραβιάζονται στοιχειώδη κι αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώματα- ότι ο βιασμός είναι βιασμός και το ‘‘όχι’’ είναι ‘‘όχι’’. Με αυτά που λέει ο συνήγορός του, με όσα συμβαίνουν σ’ εμάς, έχουν παγώσει, κοκαλώσει άνθρωποι από τον χώρο του θεάτρου που, διαφορετικά, θα πήγαιναν να μιλήσουν. Και δεν είναι μόνον αυτό. Είναι και η βία που μας ασκούν ορισμένα κανάλια. Δε μιλώ για όλα, αλίμονο. Μιλώ για 1-2 εκπομπές που δρουν ύπουλα. Που προσποιούνται ότι είναι υπέρ των θυμάτων αλλά στην πραγματικότητα κάνουν το υπέρτατο victim blaming και μας καταξεφτιλίζουν. Γιατί;».

Τι να τους απαντήσεις; Εδώ μέχρι πρότινος δεν τους άκουγε ούτε η κυβέρνηση…

+ posts