[…] ο Κουφοντίνας ενσαρκώνει τη βία της Αριστεράς, κι αυτό από μόνο του καθιστά ύποπτη και καταχρηστική την επίκληση σε κανόνες, όρια της εξουσίας, συνταγματικά θέσμια, περιορισμούς του Κυρίαρχου στον πόλεμο με τον Εχθρό: αυτό από μόνο του επιτάσσει τη μετάβαση από το κράτος δικαίου σε ένα εθιμικό ή απλώς θυμικό δίκαιο, που μπορεί να αναθεωρεί στην πράξη τη δικαστική απόφαση σε βάρος του, αν ο κρατούμενος αποδεικνύεται ανεπαρκώς σωφρονισμένος ή «αμετανόητος».
Στην εποχή της μετα-αλήθειας, η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι αγώνας με μέσο τη ζωή – και γι’ αυτό ένας αγώνας αλήθειας. Ο βασανισμός του είναι η κορυφή του παγόβουνου. Και μας θυμώνει, μας ενδιαφέρει και μας κινητοποιεί, όσο ακριβώς και το υπόλοιπο «βουνό». Η αλληλεγγύη μας είναι η ζεστασιά που σπάει τον πάγο.
Είναι πιθανό να απογοητευτείτε: το άρθρο δεν θα αποκαλύψει κανένα μυστικό έγγραφο για το πώς χειρίζονται την απεργία πείνας του Δ. Κουφοντίνα κυβέρνηση, αστυνομία και τα φιλικά τους Μέσα. Αυτά που φαίνονται, είναι εξίσου κρίσιμα με τα «μυστικά». Ο παραπλανητικός τίτλος, ωστόσο, δεν επιλέχθηκε άσκοπα: η παραπλάνηση -«η μετα-αλήθεια», όπως μάθαμε να τη λέμε επί κυβερνώντος τραμπισμού–, είναι έννοια-κλειδί για να καταλάβει κανείς τη λογική του καφκικού βασανισμού που υφίσταται ο 63χρονος, επί 19χρόνια κρατούμενος Κουφοντίνας, αυτές τις δύο εβδομάδες που αγωνίζεται με μέσο τη ζωή του, για πέμπτη φορά από το 2002.
Μετα-αλήθεια
H εξαπάτηση έπαιζε πάντα σημαντικό ρόλο στην πολιτική· αυτό που αλλάζει στην εποχή της «μετα-αλήθειας» είναι η ταχύτητα, η ένταση και ο όγκος. Είναι, επίσης, η αδυναμία να καταλήξουμε σε κοινά κριτήρια και πρότυπα για το τι είναι αλήθεια: η εποχή της μετα-αλήθειας είναι εποχή ισχυρής πόλωσης. Και η πόλωση αυτή ενισχύεται, όχι μόνο από τον ασφυκτικό ιδιωτικό και κρατικό έλεγχο των συμβατικών μέσων ενημέρωσης, αλλά και από την ακριβοπληρωμένη παρουσία κράτους και ιδιωτών στα (ιδιόκτητα από ισχυρούς επιχειρηματίες) μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Κάπως έτσι, στην εποχή της μετα-αλήθειας τα γεγονότα επιδρούν λιγότερο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, απ’ όσο τα αισθήματα ή οι προσωπικές πεποιθήσεις: το θέμα δεν είναι κυρίως τι γίνεται, αλλά περισσότερο τι λέγεται και τι πιστεύουν γι’ αυτό οι ομάδες-στόχοι της υπερ/παραπληροφόρησης. Η διάκριση αλήθειας/ψεύδους ή γεγονότος/άποψης χάνεται: τον κύριο ρόλο έχουν πλέον τα «εναλλακτικά» γεγονότα, η υποτίμηση της επιστημονικής γνώσης, η άσκηση πολιτικής που ποντάρει πολλά στην παραπλάνηση (1).
Τι σχέση έχει αυτή η μεταμοντέρνα ρευστότητα με την απεργία πείνας του Κουφοντίνα;
Από τα γεγονότα, στα αισθήματα
Κατ’ αρχάς, το ίδιο το γεγονός της απεργίας πείνας, όπως και η αιτία του -η απαγωγή του Κουφοντίνα από την Κασσαβέτεια, στις 22 Δεκεμβρίου-, είτε έχουν χαθεί εντελώς από τη δημόσια σφαίρα είτε ιεραρχούνται σαν δευτερεύοντα: το βασικό είναι τι πιστεύουμε για την τρομοκρατία κι αν έπρεπε να μπει ο Κουφοντίνας στη φυλακή το μακρινό 2002 (λες και αυτό έγινε χτες, όχι πριν από 19 σχεδόν χρόνια). Από τις κυβερνητικές διαρροές και τις επιφυλλίδες της «Καθημερινής» μέχρι τις επίσημες ανακοινώσεις κομμάτων εξουσίας, η απεργία πείνας είναι στην καλύτερη περίπτωση το λιγότερο σημαντικό.
Το βασικό είναι οι υποκειμενικές απόψεις για τον κρατούμενο και την ηθική του: για «κατά συρροή δολοφόνο» μιλά η ΝΔ (20.1.2021), για «serial killer» γράφει ο Μιχάλης Τσιντσίνης στο οπισθόφυλλο της «Καθημερινής» (22.1.2021), στον «πολυδολοφόνο» αναφέρεται η Σοφία Νικολάου στο «Πρώτο Θέμα» (23.1.2021): ομοβροντία, ώστε να εξουδετερώνεται προληπτικά η σκέψη ότι, τουλάχιστον στα μη ολοκληρωτικά καθεστώτα, η κρατική εξουσία δεσμεύεται από όρια στο πώς αντιμετωπίζει καταδικασμένους όπως ο Κουφοντίνας. Το μείζον είναι η γνώμη μας: όχι το γεγονός ότι ο Κουφοντίνας ρισκάρει τη ζωή του, ούτε αν ευσταθούν όσα ισχυρίζεται ο ίδιος για τον λόγο. Το κύριο δεν είναι το γεγονός, αλλά «εναλλακτικά» γεγονότα, όπως το άθλιο πανό-πρόκληση κατά του Μπακογιάννη στο πανεπιστήμιο Πειραιά (για το οποίο, περιέργως, κανείς δεν ανέλαβε την ευθύνη, και το οποίο αποδόθηκε ψευδώς στον γιο του Κουφοντίνα, Έκτορα).
Υποτίμηση της επιστημονικής γνώσης
Δεκάδες νομικοί, και με διαυγή τρόπο και η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, διατύπωσαν το νομικό σκεπτικό, βάσει του οποίου η μεταγωγή/απαγωγή του Κουφοντίνα από την Κασσαβέτεια στον Δομοκό είναι παράνομη, κι ο ίδιος υφίσταται την πολλοστή διάκριση στην ποινική μεταχείρισή του. Το σκεπτικό αυτό, ωστόσο, αποδεικνύεται μέχρι τώρα «υπερβολικά» επιστημονικό και ορθολογικό μπροστά στη δύναμη του ηθικού πανικού που καλλιεργείται σε βάρος του Κουφοντίνα και των αλληλέγγυων. Όσα λένε οι νομικοί, και σήμερα προκαλούν την παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη, για τους μηχανισμούς που οργανώνουν τη δημόσια συζήτηση είναι «νομικίστικα». Όσοι σε άλλες περιπτώσεις θα χλεύαζαν την απαίτηση το αίσθημα δικαίου να ιεραρχείται πάνω από το γράμμα του νόμου, σήμερα θεωρούν αυτονόητη την απενεργοποίηση του νόμου χάριν ενός «στρατευμένου», εμπόλεμου δικαίου: Για τους αντιπάλους-εκδικητές του, ο Κουφοντίνας ενσαρκώνει τη βία της Αριστεράς – κι αυτό από μόνο του καθιστά ύποπτη και καταχρηστική την επίκληση σε κανόνες, όρια της εξουσίας, συνταγματικά θέσμια, περιορισμούς του Κυρίαρχου στον πόλεμο με τον Εχθρό. Αυτό από μόνο του επιτάσσει τη μετάβαση από το κράτος δικαίου σε ένα «παράλληλο», διπλό, κανονικό και εθιμικό (ή και απλώς θυμικό) δίκαιο, που μπορεί να αναθεωρεί στην πράξη τη δικαστική απόφαση σε βάρος του, στο βαθμό που ο κρατούμενος αποδεικνύεται ανεπαρκώς σωφρονισμένος ή «αμετανόητος».
Η λογική αυτή διέπει γενικά την αντιμετώπιση των αντιπάλων της εξουσίας, ανεξαρτήτως αν αυτοί ασκούν βία εναντίον της, πολύ περισσότερο όμως αν έχουν ασκήσει: η εγγύηση δικαιωμάτων αφορά χωρίς εξαιρέσεις τους φίλους της κυβέρνησης και της έννομης τάξης – «πού ακούστηκε “αντισυστημικός” και να ζητεί δικαιώματα από το σύστημα που πολεμάει;». Αν οι πρόνοιες της δημοκρατίας ισχύουν αδιακρίτως για φίλους και αντιπάλους, η αστική δημοκρατία (πρέπει να) ισχύει μόνο για φίλους.
Πολιτική που στηρίζεται στην παραπλάνηση
Στα χρόνια της «μαχόμενης» γερμανικής δημοκρατίας κατά της εξωκοινοβουλευτικής αριστερής αντιπολίτευσης, ο Γιοχάνες Ανιόλι σημείωνε πως τα σύγχρονα κράτη δεν θα άφηναν αναξιοποίητες τις τεχνικές εξουσίας που εφαρμόστηκαν με εφιαλτική επιτυχία στη δεκαετία του ’30. Μια από τις τεχνικές αυτές ήταν η αντιστροφή των ρόλων επιτιθέμενου και αμυνόμενου, θύτη και θύματος: η ρευστοποίηση των σχέσεων εξουσίας – η εξαφάνιση του κράτους και των κρατικών μηχανισμών. Ο τραμπισμός αξιοποίησε την τεχνική αυτή ως την τελευταία μέρα της εξουσίας του: αστυνομικοί που άφησαν ανενόχλητους τους ακροδεξιούς εισβολείς στο Καπιτώλιο εξηγούσαν ότι, σε αντίθεση με τους μαύρους εξεγερμένους, οι οπαδοί του υποκινητή ενός πραξικοπήματος-οπερέτας, του απερχόμενου προέδρου Τραμπ, «δεν έσπασαν ούτε ένα τζάμι». Ποιοι ήταν, λοιπόν, οι επιτιθέμενοι ενάντια στη δημοκρατία;
Στη δική μας περίπτωση, ένας απεργός πείνας 63 ετών, με ήδη σοβαρά βεβαρημένη υγεία από τέσσερις απεργίες πείνας, εμφανίζεται ως εκβιαστής κυβέρνησης, αστυνομίας, δικαστικής εξουσίας, φιλοκυβερνητικών μέσων, ξένων πρεσβειών και πολιτικών οικογενειών με ισχυρό ενδιαφέρον για τις συνθήκες κράτησής του, ενδιαφέρον που φρόντισαν να μην κρύψουν ποτέ. Αντίστοιχα, οι αλληλέγγυοι στο αίτημα του Κουφοντίνα παρουσιάζονται σαν ταυτιζόμενοι με την ένοπλη ακροαριστερή βία, οι οργανώσεις της οποίας έχουν εξαρθρωθεί ή πάψει να δρουν εδώ και χρόνια· αλλά η ταύτιση αυτή είναι μια από τις δύο γλώσσες της εξουσιαστικής διγλωσσίας – η πιο πολιτική από αυτές. Η άλλη γλώσσα επιμένει να μην ξεχωρίζουμε τον Κουφοντίνα από άλλους κρατούμενους – ακριβώς τη στιγμή που ο ίδιος διακρίνεται, και υφίσταται διακρίσεις, ως εχθρός του κράτους: ως πολιτικός Εχθρός. Ο Κουφοντίνας παρουσιάζεται ως αιτών ειδική μεταχείριση, ενώ ζητά την κατά νόμο επιστροφή στον Κορυδαλλό – και παρουσιάζεται περίπου φρενοβλαβής, αφού ζητά να μεταχθεί σε «φυλακή υποδίκων», όπως ο Κορυδαλλός (βλ. Σ. Νικολάου στο «Πρώτο Θέμα»), μολονότι στον Κορυδαλλό χρόνια τώρα, πέρα από προβλέψεις, κρατούνται και καταδικασμένοι. Η εξαίρεση του Κουφοντίνα από τις αγροτικές φυλακές της Κασσαβέτειας με φωτογραφικό νόμο παρουσιάζεται ως «δικαίωμα του κράτους», και το ίδιο και η απαγωγή του Κουφοντίνα από εκεί (αλήθεια, αν το κράτος τον μετήγαγε σύννομα, γιατί αλήθεια δεν τον ενημέρωσε, για να ετοιμαστεί;). Η ίδια δε η μεταγωγή/απαγωγή επιχειρείται να δικαιολογηθεί με βάση τον COVID-19 – αλλά στην Κασσαβέτεια δεν υπήρχαν κρούσματα…
Στην εποχή της αυταρχικής μετα-αλήθειας, όχι μόνο η βία, αλλά κάθε πολιτική, αποτελεί μονοπώλιο του κράτους. Γι’ αυτό πρέπει να εξουθενώνονται οι «τρομοκράτες» – κι ας έχει ηττηθεί η στρατηγική τους. Γι’ αυτό πρέπει να απαγορευτούν οι διαδηλώσεις – κι ας γίνονται ελάχιστες, με τον φόβο της πανδημίας. Γι’ αυτό πρέπει να φρουρούνται δρακόντεια τα πανεπιστήμια – κι ας είναι, για την ώρα, κλειστά ή πολιτικά «υποτονικά». Γι’ αυτό πρέπει να λογοκρίνονται ακόμα και οι διαδικτυακές εκδηλώσεις, όπως συνέβη σήμερα Κυριακή 24 Ιανουαρίου, με το facebook να «ρίχνει» εκδήλωση που προετοιμάζουν οργανώσεις της Αριστεράς.
Στην εποχή της μετα-αλήθειας, η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι αγώνας με μέσο τη ζωή – και γι’ αυτό ένας αγώνας αλήθειας. Ο βασανισμός του είναι η κορυφή του παγόβουνου. Και μας θυμώνει, μας ενδιαφέρει και μας κινητοποιεί, όσο ακριβώς και το υπόλοιπο «βουνό». Η αλληλεγγύη μας είναι η ζεστασιά που σπάει τον πάγο.
*****
Σημείωση
(1) Franco Berardi Bifo, “Verità e simulazione”, Alfabeta2, 9.4.2017 [https://www.alfabeta2.it/2017/04/09/verita-e-simulazione/]. Γενικότερα: Gabriele Cosentino, Social Media and the Post-Truth World Order The Global Dynamics of Disinformation, Palgrave 2020. Για τους τρέχοντες ορισμούς, βλ. επίσης https://en.wikipedia.org/wiki/Post-truth#:~:text=Post%2Dtruth%20is%20a%20philosophical,by%20scientific%20methods%20and%20inquiry.
-
Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλοςhttps://commune.org.gr/author/dimosthenispapadatos/
-
Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλοςhttps://commune.org.gr/author/dimosthenispapadatos/
-
Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλοςhttps://commune.org.gr/author/dimosthenispapadatos/
-
Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλοςhttps://commune.org.gr/author/dimosthenispapadatos/