Ο γερμανικός επανεξοπλισμός, το τέλος του «οικονομισμού» και η «νέα Ευρώπη»

<strong>Ο γερμανικός επανεξοπλισμός, το τέλος του «οικονομισμού» και η «νέα Ευρώπη»</strong>

Ευρωομόλογο για εξοπλισμούς και ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία!

Με τη ρωσική εισβολή και τον πόλεμο στην Ουκρανία δεδομένο, όποιος εκτιμήσει ότι βαδίζουμε σε παγκόσμια εξοπλιστική «κούρσα» δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει την καλή του φήμη – σε επίπεδο προβλέψεων είναι το πλέον αδιαμφισβήτητο «σιγουράκι». Διότι ο πόλεμος είναι συνυφασμένος με την αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών. Ο πόλεμος ως συντελεσμένο αλλά και ως επικείμενο ή προδιαγραφόμενο γεγονός. Από αυτή την άποψη, τίποτε δεν είναι πιο χαρακτηριστικό όσων γίνονται και όσων πρόκειται να γίνουν από τη μεγάλη γεωπολιτική στροφή της Γερμανίας στον επανεξοπλισμό, η οποία τείνει να μετασχηματιστεί γοργά σε γενική στροφή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα νέο γεωπολιτικό δόγμα, που μάλιστα θα χρηματοδοτηθεί και με ευρωπαϊκούς δημόσιους πόρους.

 Αμοιβαιοποίηση χρέους για την επίτευξη πολιτικών στόχων!

Η προ ημερών είδηση των μεγάλων διεθνών ειδησεογραφικών πρακτορείων ότι προωθείται σχέδιο για έκδοση ευρωομολόγου που θα χρηματοδοτήσει δαπάνες για εξοπλισμούς και δαπάνες για την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από τη Ρωσία έχει πράγματι εντυπωσιακά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με το δημοσιονομικό της παρελθόν και τα «δόγματα» που το χαρακτήρισαν από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ έως σήμερα και ιδιαίτερα ύστερα από την υιοθέτηση του ευρώ. Ένα από αυτά τα δόγματα ήταν η «διά ροπάλου» απαγόρευση της νομισματοποίησης και αμοιβαιοποίησης του χρέους, δηλαδή του κοινού δανεισμού των χωρών-μελών – για οποιονδήποτε λόγο και σκοπό. Το «δόγμα» αυτό κατέρρευσε ήδη λόγω πανδημίας, όταν οι ιθύνοντες της ΕΕ κατέληξαν στο εύλογο συμπέρασμα ότι η ευρωπαϊκή οικονομία -και το ευρώ, σαν το «πετράδι» του ευρωπαϊκού στέμματος- δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στη δεύτερη μείζονα οικονομική κρίση του 2020, μόλις 12 χρόνια ύστερα από την κρίση του 2008, χωρίς τη διάθεση μεγάλου ύψους δημοσιονομικών πόρων για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Η σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) το 2021 προέβλεπε τη διάθεση στα κράτη-μέλη συνολικού ποσού 672,5 δισ. ευρώ, με τη μορφή μη επιστρεπτέων επιδοτήσεων αλλά και χαμηλότοκων δανείων. Το ποσό αυτό καλύπτεται με δάνεια που συνάπτει η Κομισιόν ως κοινός εκδότης χρέους της ΕΕ.
Είναι εντυπωσιακό πόσες νεοφιλελεύθερες δοξασίες διέλυσε μεμιάς η σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης και ο τρόπος εξασφάλισης των πόρων του: την περίφημη αυτορρύθμιση της αγοράς (που, αυτονόητα, θα έπρεπε να λύνει χωρίς κρατική συνδρομή και το πρόβλημα των επενδύσεων), τη μη παρέμβαση του κράτους στην οικονομία και μάλιστα με τη μορφή άμεσης χρηματοδότησης ιδιωτικών επενδύσεων, τη μη νομισματοποίηση και αμοιβαιοποίηση του  χρέους των κρατών-μελών.  

Ωστόσο, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εμπεριείχε ήδη, αν και με τρόπο άδηλο, το σπέρμα ενός γεωπολιτικού σχεδίου: να αναδειχθεί η ΕΕ σε πρωτοπορία της «πράσινης» και της ψηφιακής μετάβασης και έτσι να τονωθεί η ανταγωνιστικότητά της σε σχέση με τους άλλους μεγάλους πόλους του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού. Τόσο σοβαρούς στόχους κανείς εχέφρων, ό,τι και να διακηρύσσει δημοσίως, δεν μπορεί να τους αναθέσει αφελώς στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» – δει δη κρατικής παρέμβασης, και άνευ τούτης…

Αυτό το γεωπολιτικό σχέδιο εξακολουθούσε να είναι «οικονομίστικο», με την έννοια ότι επιδίωκε την επίτευξη γεωπολιτικών στόχων μέσω της επίτευξης οικονομικών στόχων. Ενώ η σύσταση και ο τρόπος χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης διέλυε νεοφιλελεύθερα οικονομικά δόγματα, ο γερμανικός «οικονομισμός», δηλαδή η στρατηγική που στήριζε τον διεθνή (γεω)πολιτικό ρόλο της ΕΕ στο ευρώ, τα οικονομικά της επιτεύγματα και τη διεθνή οικονομική της εμβέλεια, εξακολουθούσε να ισχύει. Η μεγάλη αλλαγή που φέρνει ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ότι ο γερμανικός και κατ’ επέκταση ευρωπαϊκός «οικονομισμός» εγκαταλείπεται!

Ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί την επείγουσα ανάγκη επικαιροποίησης του γεωπολιτικού σχεδίου, και φυσικά επιπλέον χρηματοδότησής του, για να καλυφθούν πλέον εξόχως πολιτικές ανάγκες. Το κράτος όχι μόνο παραβιάζει τον «χρυσούν κανόνα» της μη παρέμβασης στην οικονομία, αλλά τον παραβιάζει για να χρηματοδοτήσει ευθέως πολιτικούς στόχους! Τους εξής δύο: α) την αύξηση των εξοπλιστικών  δαπανών των χωρών-μελών στα «απαιτούμενα» από τη νέα διεθνή συγκυρία επίπεδα και β) τη χρηματοδότηση της ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία. Το (β) υπήρχε ήδη ως στόχος και στο Ταμείο Ανάκαμψης, αφού η «πράσινη» μετάβαση σκόπευε στην ενεργειακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα γενικώς, αλλά όχι ρητά και με τον κατεπείγοντα και ξεκάθαρα πολιτικό τρόπο που τίθεται τώρα.   

Γερμανία και Ευρώπη: Η επιστροφή του μιλιταρισμού

Για τα της ευρωπαϊκής «πράσινης» μετάβασης και της ενεργειακής απεξάρτησης έχει ήδη γράψει στο Commune ο Πέτρος Σταύρου.2 Εδώ θα μιλήσουμε για τους εξοπλισμούς.

Ο πίνακας 1 αποκαλύπτει ποια «υστέρηση» θέλει να θεραπεύσει ο γερμανικός και γενικότερα ο ευρωπαϊκός επανεξοπλισμός: το χαμηλό επίπεδο των εξοπλιστικών δαπανών των χωρών-μελών, με τις μοναδικές εξαιρέσεις της Ελλάδας και της Γαλλίας – χαμηλό σε σχέση με τους νέους γεωπολιτικούς στόχους.

Ποιοι είναι οι νέοι γεωπολιτικοί στόχοι; Η πιο ενεργή συμμετοχή στο ΝΑΤΟ (ώστε να μην είναι το «μαγαζί» των ΗΠΑ αλλά να ισχυροποιηθεί η ευρωπαϊκή «συνιδιοκτησία») και η «αξιόπιστη» συμμετοχή στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό και με όρους «στρατιωτικής επάρκειας» καταρχήν στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά και στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και την Αφρική.

Μέχρι τώρα η στρατιωτική ισχύς της Μ. Βρετανίας και της Γαλλίας, που καθόλου τυχαία στηρίζεται σε ύψος στρατιωτικών  δαπανών πολύ υψηλότερο του γερμανικού αλλά και του ευρωπαϊκού μέσου όρου, δεν ήταν πολύ υψηλή (πρόκειται για δυνάμεις μεσαίας στρατιωτικής ισχύος) και δεν μπορούσε να υποκαταστήσει την ευρωπαϊκή γεωπολιτική παρουσία και με στρατιωτικούς όρους. Η Μ. Βρετανία, πριν το Brexit αλλά και ύστερα απ’ αυτό, είχε διαφορετικό γεωπολιτικό προσανατολισμό, η δε Γαλλία είχε επίσης τη δική της ατζέντα και δεν μπορούσε να καλύψει τη συνολική ευρωπαϊκή αδυναμία.

Με δεδομένο το Brexit και με δεδομένο επίσης ότι τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα και η αναδιοργάνωση του στρατού των χωρών-μελών σε πιο «φιλόδοξη» βάση θα απαιτήσουν χρόνο, το πιο πιθανό είναι ότι το βάρος θα δοθεί στην πιο αναβαθμισμένη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ. Όπου οι ΗΠΑ απαιτούν ένα ελάχιστο επίπεδο δαπανών στο ύψος του 2% του ΑΕΠ κάθε χώρας. Η Γερμανία εξήγγειλε ήδη τον διπλασιασμό των στρατιωτικών της δαπανών, που από 46,291 δισ. ευρώ το 2020 εκτινάσσονται σε 100 δισ. ευρώ, για να παραμείνουν σε επίπεδα πάνω από 2% του ΑΕΠ για όλα τα επόμενα χρόνια (από 1,4% του ΑΕΠ το 2020).

Αν μέχρι τώρα ήταν οι ΗΠΑ που πίεζαν συνολικά την ΕΕ για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών σε επίπεδα τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ στο όονμα της δικαιότερης κατανομής των στρατιωτικών βαρών στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τώρα θα πρέπει να αναμένεται ότι θα είναι η Γερμανία που θα επιμένει να «συντονιστούν» όλες οι χώρες-μέλη σε αυτόν τον στόχο. Η νέα αμοιβαιοποίηση χρέους, ότι δηλαδή οι δαπάνες θα χρηματοδοτηθούν από δανεισμό που θα κάνει η Κομισιόν που στη συνέχεια θα δοθεί με τη μορφή δανείων στις χώρες-μέλη, είναι το «τυράκι» για να πεισθούν οι υπόλοιπες χώρες, στη συντριπτική πλειονότητα των οποίων οι στρατιωτικές δαπάνες  κυμαίνονται στην περιοχή του 1-1,5% του ΑΕΠ.     

Εδώ ανοίγει μεγάλη συζήτηση για το αν και πώς θα προχωρήσει ένα τέτοιο γεωπολιτικό πρότζεκτ και πόσο ενιαίος θα είναι ο βηματισμός των χωρών-μελών. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα υπάρξει ξανά μεγάλο ευρωπαϊκό «παζάρι» για τους όρους και τις προϋποθέσεις, που -μεταξύ άλλων- θα περιλαμβάνει και τους υπό αναδιαπραγμάτευση νέους δημοσιονομικούς κανόνες για το έλλειμμα και το χρέος. Ο γερμανικός επανεξοπλισμός όμως δείχνει την κατεύθυνση.

Το βέβαιο είναι ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, η ΕΕ και οι χώρες-μέλη της επιστρέφουν στον μιλιταρισμό και στον εξοπλιστικό ανταγωνισμό με τρόπους πρωτόγνωρους. Όσο για την πολυθρύλητη αμοιβαιοποίηση χρέους, αποδεικνύεται τώρα ότι δεν είναι οπωσδήποτε για καλό.

Ό,τι κι αν πρόκειται να προβλέπουν οι υπό συζήτηση νέοι δημοσιονομικοί κανόνες, νέα κρατικά χρέη θα προστεθούν στα παλιά, κι αυτή τη φορά για πολεμικούς εξοπλισμούς. Και αυτά, μαζί με τα παλιά, θα είναι ένας επιπλέον μοχλός για περαιτέρω λιτότητα για τις εργαζόμενες τάξεις. Που πληρώνουν τον πόλεμο με τη ζωή τους -κυριολεκτικά ή μεταφορικά- όταν προετοιμάζεται, όταν γίνεται, κι αφού τελειώσει. Η «νέα Ευρώπη» που προβάλλει μέσα από τους καπνούς του πολέμου στην Ουκρανία θα είναι ακόμη πιο αποκρουστική όχι γιατί είναι «γηραιά» αλλά γιατί, εκτός από τη νεοφιλελεύθερη ασκήμια της, την κατακλύζουν τώρα και οι παλιοί «δαίμονες».  

Παραπομπές:

  1. Για την αποφυγή παρεξηγήσεων: Λέγοντας επανεξοπλισμός, δεν εννοούμε ότι μέχρι τώρα οι χώρες της ΕΕ δεν εξοπλίζονταν, αλλά ότι το επίπεδο των εξοπλιστικών τους δαπανών δεν αντανακλούσε (με τις εξαιρέσεις του Ην. Βασιλείου, της Γαλλίας και της… Ελλάδας) κάποιου είδους έμφαση στη συμμετοχή στον εξοπλιστικό ανταγωνισμό και στη συμμετοχή στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό με όρους υψηλής στρατιωτικής ικανότητας.
  2. https://commune.org.gr/i-energeiaki-krisi-kai-i-prasini-metavasi-o-rolos-tis-evropaikis-enosis-meros-deftero/

 

+ posts