Oι λέξεις είναι όπλα, εκρηκτικά, ηρεμηστικά και δηλητήρια

Oι λέξεις είναι όπλα, εκρηκτικά, ηρεμηστικά και δηλητήρια

Και για όσους θα σκεφτούν ότι σημασία δεν έχουν οι λέξεις αλλά η πολιτική δράση, ας λάβουν υπόψη τους ότι οι λέξεις είναι «όπλα, εκρηκτικά, ηρεμιστικά και δηλητήρια», ότι «παλεύουν μεταξύ τους σαν εχθροί. Άλλες λέξεις, είναι ο τόπος κάποιας αμφισημίας, δίνουν λαβή για διφορούμενα: γίνονται έτσι η διακύβευση μιας μάχης, καθοριστικής αλλά και αμφίρροπης», όπως έλεγε ο καταραμένος. Μάχη καθοριστική επειδή από την έκβασή της δεν κρίνεται κάτι που αφορά μόνο στο σύμπαν των ιδεών, μόνο στα λόγια· κρίνονται επίσης οι πράξεις και οι πρακτικές καθενός μας. Γίνονται, για παράδειγμα, γροθιά του φασίστα στο πρόσωπό μας, γονυπετής πορεία της χριστιανής από το λιμάνι της Τήνου στον ναό της Παναγίας, πόλεμος με το όπλο στο χέρι κάποιου που θέλει να αλλάξει ριζικά τον κόσμο ή γλωσσοδέτης που δεν του επιτρέπει να πει, επομένως να σκεφτεί, με ποιον τρόπο θέλει να τον αλλάξει.

Τρεις πόλεμοι των λέξεων μαίνονται μονίμως στον καπιταλιστικό κόσμο, με ιδιαίτερη όμως ένταση μετά το 2008.

Πρώτος, ο πόλεμος της μνήμης, όπου οι κυρίαρχοι επιχειρούν να αναθεωρήσουν, δηλαδή να ξαναγράψουν από την αρχή, την Ιστορία έτσι ώστε όλοι να την διαβάζουν με νέο τρόπο, με διαφορετικές έννοιες, άρα με διαφορετικές λέξεις, αυτές που ταιριάζουν στην αντίληψη και τα συμφέροντα των κυρίαρχων.  

Δεύτερος, ο ανταγωνισμός για το όραμα του μέλλοντός μας (το οποίο αποτελείται από λέξεις, εικόνες, σύμβολα και λοιπά σημεία), επειδή αυτό καθορίζει τις προσδοκίες μας, επομένως πυροδοτεί τις επιθυμίες μας, και γίνεται έτσι υλική δύναμη που κινητοποιεί τις πράξεις μας και τις πρακτικές μας.

Τρίτος, ο πόλεμος για την παράσταση της τωρινής κοινωνίας, πόλεμος που διεξάγεται για την εικόνα της κοινωνίας στην οποία ζούμε σήμερα, δηλαδή της καπιταλιστικής οικονομίας στην νεοφιλελεύθερη παραλλαγή της εν μέσω διαρθρωτικής κρίσης· πόλεμος που διεξάγεται για την δικαιολόγηση μιας οικονομίας που δεν μπορεί να επιζήσει παρά μόνο αυξάνοντας τις ήδη αφόρητες ανισότητες στο εισόδημα, την επισφάλεια και την απαξίωση της εργασίας, την ιδιωτικοποίηση της υγείας, της σύνταξης, της εκπαίδευσης, και όλων όσων πρέπει να μετατραπούν από δημόσιο αγαθό σε εμπόρευμα ώστε να ζήσουν οι κυρίαρχοι καλύτερα ή έστω μέσα στην χλιδή που έχουν συνηθίσει κατά τις τελευταίες δεκαετίες· πόλεμος λέξεων για να επικρατήσει η νεοφιλελεύθερη αντίληψη ότι δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα. 

Οι εντεινόμενες προσπάθειες της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης, της αστικής τάξης, από τη μια άκρη του πλανήτη στην άλλη, να αποκαταστήσει ηθικά και πολιτικά των δίκαιο των κυρίαρχων να κυριαρχούν, και μάλιστα με απόλυτο τρόπο προκειμένου να συντριβεί κάθε απελευθερωτική ιδεολογία των υποτελών, περιλαμβάνουν και αυτές τις τρεις μορφές πολέμου των λέξεων, για να μπορέσουν επιτέλους οι αστοί και οι πολιτικοί τους, οι ακροδεξιοί μπράβοι τους και τα τηλεοπτικά τους φερέφωνα να κραυγάσουν «το δίκαιο είναι με το μέρος των ισχυρών».

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η αστική τάξη και η νεοφιλελεύθερη εμπροσθοφυλακή τους δεν φαίνεται να κερδίζει τον πόλεμο της μνήμης επειδή προσκρούει στο σημαντικό έργο των αριστερών ιστορικών. Στο μέτωπο για το όραμα του μέλλοντός μας, όμως, η νίκη της είναι ολοκληρωτική: κάθε προσδοκία, κάθε επιθυμία, κάθε προσπάθεια της Αριστεράς, έχει υποχωρήσει υπό την πίεση της επίθεσης που υποστήκαμε στο μέτωπο αυτό, βοηθούσης και της μετατόπισης των δυνάμεων της Αριστεράς σε μέτωπα των κοινωνικών κινημάτων, τα οποία δεν επιζητούν κάτι άλλο πέραν του εκσυγχρονισμού του συστήματος έτσι ώστε να αντιστοιχεί στην ιδανική, ιδεώδη μορφή του. Το μόνο που έχει απομείνει στην Αριστερά, σε σχέση με το κομμουνιστικό όραμα του μέλλοντός μας είναι κάποιες ανούσιες αναφορές που γίνονται από αριστερούς που στην τρέχουσα κοινωνική ζωή τους είναι συντηρητικοί μικροαστοί (γάμος, οικογένεια, παιδιά, ρομαντική άποψη για το σχολείο, έθιμα και ήθη της παράδοσής μας, πατριωτισμός, να μην ξεχάσουμε τις ονομαστικές μας εορτές κ.λπ.) αλλά στην μελλοντική ζωή τους θα τα αφήσουν όλα αυτά πίσω τους, τότε θα είναι κομμουνιστές, θα ζουν με ριζικά διαφορετικό τρόπο, έτσι νομίζουν. Εδώ, λοιπόν, η ήττα είναι ολοκληρωτική.

Μένει ο πόλεμος για την παράσταση, την εικόνα, της τωρινής κοινωνίας. Εδώ θα βρούμε την βουβή εγκατάλειψη όλων των εννοιών της μαρξιστικής θεωρίας για το κράτος και τις κοινωνικές τάξεις, την ανάπτυξη των χαλαρών “πλατιών κομμάτων” χωρίς σαφή αντίληψη για την φύση του καθεστώτος και την εξουσία, την εδραίωση της κοινοβουλευτικής αυταπάτης και του κυβερνητισμού, την υιοθέτηση μειωμένων προσδοκιών για όσα μπορεί να αποδώσει η πολιτική δράση, την έκλειψη κάθε συλλογικού οράματος για ριζικές αλλαγές στον τρόπο που δουλεύουμε, παράγουμε και ζούμε την καθημερινή μας ζωή, την σύγχυση σχετικά με την ταξική φύση των ιδεολογικών μηχανισμών του Κράτους (όπως το σχολείο, η θρησκεία, η οικογένεια, ο πατριωτισμός κ.λπ.), την εγκατάλειψη της έννοιας της οικονομικής εκμετάλλευσης, την υποκατάσταση των οργανικών διανοουμένων της Αριστεράς που διακινδύνευαν προσωπικά, από επαγγελματίες πανεπιστημιακούς με κοινωνικές ευαισθησίες που τους εμπλέκουν με την πολιτική ως χόμπι ή αισθητική επιλογή -ευτυχώς υπάρχουν και αρκετές εξαιρέσεις. 

Οι λέξεις μας σιώπησαν, λοιπόν, αν όχι όλες, οι περισσότερες, σε αυτόν τον αργόσυρτο όσο και αδυσώπητο πόλεμο για το δικαίωμά μας να τις εκφέρουμε. Ακόμη και όσοι νιώθουν πως τις χρειάζονται κάποια στιγμή για να περιγράψουν μια πραγματική κατάσταση, αφού υπάρχουν περιστάσεις που μόνο αυτές, οι δικές μας λέξεις, ταιριάζουν στα πράγματα, θα πρέπει να μιλήσουν κατά κανόνα ντροπαλά, και γρήγορα θα νιώσουν την ανάγκη να αναδιπλωθούν για τις απαξιωμένες λέξεις μας, μειώνοντας έτσι αναπόφευκτα και το περιεχόμενο των επιχειρημάτων τους επειδή νιώθουν ότι οι λέξεις τους δεν «πιάνουν», δεν αγκιστρώνονται  στους αποδέκτες τους.

Αφού έτσι έχουν τα πράγματα, όσοι αντέχουμε ακόμη και όσοι συμμετέχουμε σε όλα αυτά skin in the game, δηλαδή εμπλεκόμαστε προσωπικά, όχι ως χομπίστες, θα πρέπει τώρα να βρούμε μια λύση για να επαναφέρουμε στο προσκήνιο τις λέξεις μας, και μαζί με αυτές τις έννοιες και τις επιθυμίες που ταιριάζουν σε όσους θέλουν να αλλάξουν ριζικά τον κόσμο.

Και για όσους θα σκεφτούν ότι σημασία δεν έχουν οι λέξεις αλλά η πολιτική δράση, ας λάβουν υπόψη τους ότι οι λέξεις είναι «όπλα, εκρηκτικά, ηρεμιστικά και δηλητήρια», ότι «παλεύουν μεταξύ τους σαν εχθροί. Άλλες λέξεις, είναι ο τόπος κάποιας αμφισημίας, δίνουν λαβή για διφορούμενα: γίνονται έτσι η διακύβευση μιας μάχης, καθοριστικής αλλά και αμφίρροπης», όπως έλεγε ο καταραμένος. Μάχη καθοριστική επειδή από την έκβασή της δεν κρίνεται κάτι που αφορά μόνο στο σύμπαν των ιδεών, μόνο στα λόγια· κρίνονται επίσης οι πράξεις και οι πρακτικές καθενός μας. Γίνονται, για παράδειγμα, γροθιά του φασίστα στο πρόσωπό μας, γονυπετής πορεία της χριστιανής από το λιμάνι της Τήνου στον ναό της Παναγίας, πόλεμος με το όπλο στο χέρι κάποιου που θέλει να αλλάξει ριζικά τον κόσμο ή γλωσσοδέτης που δεν του επιτρέπει να πει, επομένως να σκεφτεί, με ποιον τρόπο θέλει να τον αλλάξει.

Οι ιδέες, λοιπόν, και μαζί με αυτές οι λέξεις, αποτελούν υλική δύναμη, όπλα, εκρηκτικά, ηρεμιστικά και δηλητήρια, και αυτό εξηγεί γιατί  διεξάγονται ολόκληροι «πόλεμοι» γύρω από αυτές· αυτό εξηγεί επίσης γιατί «οι λέξεις κουβαλούν μεγάλο βάρος, κι όταν δεν τις προσέχουμε, πέφτουν και μας τσακίζουν» (Νόρα Αναγνωστάκη).

+ posts