Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος: Ένας ενδο-ιμπεριαλιστικός ή ένας αποικιοκρατικός πόλεμος;

<strong>Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος: Ένας ενδο-ιμπεριαλιστικός ή ένας αποικιοκρατικός πόλεμος;</strong>

Στα πλαίσια του διαλόγου σχετικά με το Ουκρανικό ζήτημα, το CommuneOrgGr φιλοξενεί ποικίλες και διαφορετικές απόψεις του αριστερού πολιτικού χώρου, οι οποίες όμως δεν αποτελούν οπωσδήποτε τις απόψεις της συντακτικής ομάδας της σελίδας μας. Αυτές έχουν εκτεθεί στο δημοσιευμένο άρθρο “Ενάντια στη ρωσική εισβολή, το ΝΑΤΟ, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο”.

Ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος δεν είναι ένας ενδο-ιμπεριαλιστικός πόλεμος. Οι συγκρουόμενες δυνάμεις δεν είναι η Ρωσία από τη μια πλευρά και οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ή το ΝΑΤΟ από την άλλη. Βέβαια, σε έναν πολυπολικό κόσμο, κάθε εισβολή ενός ιμπεριαλιστικού κράτους σε ένα άλλο πιο αδύναμο προκαλεί αναπόφευκτα την εμπλοκή άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που επιδιώκουν να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα στηρίζοντας το ένα ή το άλλο από τα εμπόλεμα μέρη. Αυτή η εμπλοκή μπορεί να είναι μικρής ή μεγάλης κλίμακας, αλλά ο πόλεμος δεν μετατρέπεται σε ενδο-ιμπεριαλιστικό παρά μόνο αν και εφόσον αυτές οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εμπλακούν άμεσα στις πολεμικές επιχειρήσεις και μετατραπούν οι ίδιες σε εμπόλεμα μέρη.

Στην περίπτωση του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, το ΝΑΤΟ δεν είναι (προς το παρόν τουλάχιστον) εμπόλεμο μέρος, αν και στηρίζει την ουκρανική πλευρά επιβάλλοντας πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία και ενισχύοντας ακόμη και με οπλικά συστήματα την ουκρανική πλευρά. Ωστόσο, μια άμεση στρατιωτική εμπλοκή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο που θα τον καθιστούσε ενδο-ιμπεριαλιστικό θα ήταν ένα ποιοτικό άλμα στην κλιμάκωσή του, που το πιο πιθανό είναι να μην πραγματοποιηθεί ποτέ.

Η εισβολή της Ρωσίας είναι μια αποικιοκρατική εισβολή που στόχευε στην κατάκτηση της Ουκρανίας και την κατάργησή της ως αυτόνομης κρατικής οντότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη και, γενικότερα, η αλόγιστη επιθετικότητα του ΝΑΤΟ απέναντι στην κληρονόμο της ΕΣΣΔ, είναι ο βασικότερος παράγοντας που οδήγησε τον Πούτιν στην απόφαση να εισβάλει στην Ουκρανία. Αυτό το γεγονός, όμως, δεν αλλάζει την αποικιοκρατική φύση του πολέμου. Οι αποικιοκρατικές κατακτήσεις πάντα είχαν στόχους πέραν των στενά οικονομικών και πάντα εντάσσονταν στο πεδίο των ενδο-ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών: Είχαν δηλαδή και στρατηγικούς στόχους.

Για να εισβάλει στην Ουκρανία, η επίσημη Ρωσία έπρεπε να αμφισβητήσει το ιστορικό δικαίωμα των Ουκρανών στην συγκρότηση κράτους. Ο ίδιος ο Πούτιν θεωρεί ρητά το ουκρανικό κράτος ως ένα ιστορικό και πολιτικό σφάλμα του Λένιν και των μπολσεβίκων που, στην προσπάθειά τους να εδραιώσουν την κομμουνιστική κυριαρχία, επέτρεψαν στους Ουκρανούς να δημιουργήσουν κράτος. Σύμφωνα με τον Πούτιν, οι «πολιτικοί παράγοντες, όσο σημαντικοί και επωφελείς και να είναι κάποια στιγμή, δεν μπορούν και δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως βασικές αρχές δημιουργίας κράτους» (διάγγελμα 21/01/22). Με αυτή τη λογική, οι σοβιετικές συνταγματικές πρόνοιες και οι συμφωνίες που αναγνώρισαν διεθνώς το ουκρανικό κράτος είναι νομικά έωλες αν όχι άκυρες.

Βέβαια, πολιτικοί παράγοντες και συγκυρίες, τοπικοί και διεθνείς συσχετισμοί δύναμης πάντοτε παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση των σύγχρονων εθνικών κρατών, τα οποία, άλλωστε, διεκδικούν κυριαρχικό χώρο εις βάρος άλλων κρατών ή εν δυνάμει κρατών. Αυτός είναι ο λόγος που ο παγκόσμιος χώρος την εποχή των εθνικών κρατών είναι αυστηρά οριοθετημένος, κυψελοειδής και κατακερματισμένος σε αντίθεση με τον χώρο της αρχαίας πόλης-κράτους π.χ. που ήταν σαν φωτεινή κηλίδα στον αχανή και ενιαίο έναστρο ουρανό, ή ως το συνεχώς διαστελλόμενο σύμπαν του «πολιτισμού», όπως οι Ρωμαίοι αντιλαμβάνονταν τον χώρο της αυτοκρατορίας τους. 

Ο ιστορικός αναθεωρητισμός τύπου Πούτιν ανοίγει τον «ασκό του Αιόλου»: Ο ισχυρός κάθε γειτονιάς του πολυπολικού κόσμου θα μπορούσε να αναθεωρεί μονομερώς τα εδάφη μιας επικράτειας, να απο-αναγνωρίζει κράτη και να αναγνωρίζει άλλα, πάντα σύμφωνα με τα δικά του συμφέροντα, γράφοντας το διεθνές δίκαιο στα παλαιότερα των υποδημάτων του.

Για να είμαστε ακριβέστεροι, μετά τη πτώση της ΕΣΣΔ, τον «ασκό του Αιόλου» άνοιξαν για πρώτη φορά οι ΗΠΑ με την εισβολή του 2003 στο ΙΡΑΚ, που πραγματοποιήθηκε εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ και ως εκ τούτου αποτελούσε κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δίκαιου. Η εισβολή στην Ουκρανία είναι η δεύτερη τόσο χονδροειδής παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Εισβάλλοντας στο ΙΡΑΚ και αθετώντας τις υποσχέσεις τους σχετικά με την επέκταση του ΝΑΤΟ στα κράτη της ανατολικής Ευρώπης, οι ΗΠΑ είναι συνυπεύθυνες για την εισβολή στην Ουκρανία. Ακόμη και τώρα οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας κτυπούν τον ρωσικό λαό αδιάκριτα, και επιδεινώνουν την ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, την οποία καλούνται να πληρώσουν οι υποτελείς τάξεις και ιδιαίτερα οι λαοί των αναπτυσσόμενων χωρών.    

Από την σκοπιά των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, η Ρωσία απλώς αμφισβητεί το αποκλειστικό «δικαίωμα» των ΗΠΑ να δρα εκτός διεθνούς νομιμότητας προκειμένου να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.

Το διεθνές δίκαιο, προφανώς, δεν εξασφαλίζει έναν δίκαιο κόσμο. Δεν είναι παρά ένας συμβιβασμός που αποκρυσταλλώνει συσχετισμούς δύναμης μιας καθοριστικής ιστορικής στιγμής, ένας συμβιβασμός όμως που διαρκεί στον χρόνο πάρα τις συγκυριακές αλλαγές του συσχετισμού δύναμης. Με άλλα λόγια, το διεθνές δίκαιο είναι μια συμφωνημένη «γραμματική» που διέπει τις διεθνείς σχέσεις, μια γραμματική που εμποδίζει τις εθνικές διεκδικήσεις να εκδηλώνονται ως «πολεμικές κραυγές». Όταν οι εθνικές διεκδικήσεις διατυπώνονται σε αυτή την «γραμματική», αποφεύγονται ή τουλάχιστον περιορίζονται οι πολεμικές συρράξεις. Δεδομένου ότι κατά την παρούσα ιστορική περίοδο η εναλλακτική στο υφιστάμενο διεθνές δίκαιο είναι το απόλυτο διεθνές χάος, οι υποτελείς τάξεις έχουν κάθε συμφέρον να το υπερασπίζονται.

Η εφαρμογή του διεθνούς δικαίου π.χ. στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών διαφορών, τις διατάξεις του οποίου επικαλούνται εξίσου επιλεκτικά η Ελλάδα και η Τουρκία, θα οδηγούσε σε έναν συμβιβασμό στο θέμα των χωρικών υδάτων, εναέριου χώρου, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, από τον οποίο οι υποτελείς τάξεις και των δύο χωρών μόνο όφελος θα είχαν.

Στην παρούσα συγκυρία, η κριτική στον επεκτατισμό και την επιθετικότητα του ΝΑΤΟ, καθώς και στην υποκρισία των ΗΠΑ και των δυτικών συμμάχων τους, αν και ευνόητη για κάθε αριστερό, πρέπει να διατυπώνεται από την Αριστερά ιδιαίτερα στις χώρες του ΝΑΤΟ. Αυτή η κριτική δεν πρέπει, ωστόσο, να λειτουργεί αποπροσανατολιστικά σχετικά με τη φύση του πολέμου. Η εισβολή στην Ουκρανία είναι αποικιοκρατικής φύσης, πράγμα που εμμέσως παραδέχεται και ο Πούτιν όταν ρητά αμφισβητεί το ιστορικό δικαίωμα των Ουκρανών να συγκροτούν κράτος. Σύμφωνα με την επίσημη Ρωσία, η εισβολή «νομιμοποιείται» ιδεολογικά μέσω του ιστορικού αναθεωρητισμού που στοχεύει στην Μεγάλη Ρωσία, όπως την ονειρεύονταν άλλοτε οι τσάροι.

Η αποικιοκρατική εισβολή δίνει δικαίωμα στον ουκρανικό λαό να αμυνθεί με κάθε μέσο που διαθέτει, περιλαμβανομένων και των όπλων που του προμηθεύουν οι χώρες του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, αυτή η άμυνα οδήγησε ήδη στην αναθεώρηση του στόχου πλήρους κατάληψης της χώρας από τους επιτιθέμενους. Βέβαια, άλλο η άμυνα και άλλο μια ενδεχόμενη παράταση του πολέμου λόγω αχρείαστης ακαμψίας της ουκρανικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις.

Από την σκοπιά των υποτελών τάξεων στην Ουκρανία, ο πόλεμος πρέπει να σταματήσει το συντομότερο δυνατό μέσω διαπραγματεύσεων με ρεαλιστικούς στόχους, από τις οποίες δεν είναι δυνατό να αναμένεται η επιστροφή στην προ της εισβολής κατάσταση πραγμάτων. Ένας συμβιβασμός μέσω διαπραγματεύσεων είναι δυνατό να επιτευχθεί σύντομα με:

  1. Απόσυρση του ρωσικού στρατού από την κατεχόμενη Ουκρανία και «φιλανδοποίηση» της χώρας.
  2. Αναγνώριση της ρωσικής επικράτειας στην Κριμαία (μια ενδεχόμενη επιστροφή της ρωσόφωνης Κριμαίας στην Ουκρανία θα δημιουργούσε αυτή τη στιγμή περισσότερα προβλήματα από όσα θα έλυνε).
  3. Αυτοδιάθεση των ρωσόφωνων πληθυσμών της Ανατολικής Ουκρανίας, που να περιλαμβάνει το δικαιώμα συγκρότησης αυτόνομων κρατικών οντοτήτων ή ακόμη και ένταξής τους στη Ρωσία. Διάλυση του τάγματος Αζόφ και όλων των άλλων νεο-φασιστικών ένοπλων «πολιτοφυλακών».
+ posts